Όνομα (Noun)
/ˈmænˌhʌnt/
Η λέξη "manhunt" αναφέρεται σε μια οργανωμένη προσπάθεια να εντοπιστεί και να συλληφθεί ένα άτομο, συνήθως ύποπτο για εγκληματική δραστηριότητα. Χρησιμοποιείται συχνά σε περιπτώσεις που η αστυνομία ή άλλες αρχές διεξάγουν αναζητήσεις για εγκληματίες που έχουν διαφύγει. Η συχνότητα χρήσης της λέξης τείνει να είναι υψηλότερη στο γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε ειδήσεις, εγκλήματα και γραφή μυθιστορημάτων.
Η αστυνομία ξεκίνησε ένα ανθρωποκυνηγητό μετά την απόδραση του υπόπτου.
The manhunt lasted for several days until he was finally captured.
Το ανθρωποκυνηγητό κράτησε αρκετές ημέρες μέχρι να συλληφθεί τελικά.
The media covered the manhunt extensively, keeping the public informed.
Η λέξη "manhunt" χρησιμοποιείται συχνά σε δημοσιεύσεις σχετικά με αστυνομικά θέματα και εγκληματικότητες αλλά δεν είναι ιδιαίτερα συχνή σε ιδιωματικές εκφράσεις. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η λέξη αναφέρεται σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Παρ' όλα αυτά, μπορεί να βρείτε σχετικές εκφράσεις που την περιλαμβάνουν, όπως:
Το ανθρωποκυνηγητό ήταν σε εξέλιξη για τον ληστή τράπεζας.
"He found himself in the middle of a manhunt when he witnessed the crime."
Βρέθηκε στη μέση ενός ανθρωποκυνηγητού όταν έγινε μάρτυρας του εγκλήματος.
"After the escape, the city was turned into a manhunt zone."
Η λέξη "manhunt" προέρχεται από την συνένωση των λέξεων "man" (άνθρωπος) και "hunt" (κυνήγι), υποδηλώνοντας την ιδέα της αναζήτησης ή καταδίωξης ενός ανθρώπου.
Συνώνυμα: - καταδίωξη - κυνηγητό
Αντώνυμα: - συμφιλίωση - αποδοχή (όσον αφορά μια κατάσταση)
Αυτή είναι μια συνολική παρουσίαση της λέξης "manhunt", καλύπτοντας όλα τα ζητήματα που ζητήθηκαν.