Το "manufactured abrasive agent" είναι ένα ονομαστικό φράγμα (noun phrase), που αναφέρεται σε ένα προϊόν ή ουσία που κατασκευάζεται και χρησιμοποιείται για λείανση ή κοπή.
/ˈmæn.jəˌfæk.tʃərd əˈbreɪ.sɪv ˈeɪ.dʒənt/
Ο όρος "manufactured abrasive agent" αναφέρεται σε δομικά υλικά που έχουν παραχθεί ειδικά για την αφαίρεση υλικών από επιφάνειες μέσω μηχανικής τριβής. Χρησιμοποιούνται ευρέως στη βιομηχανία, στη λήψη της λείανσης και της κατεργασίας επιφανειών.
Χρησιμοποιείται σε: - Γραπτό πλαίσιο (τεχνικά κείμενα, βιομηχανικές περιγραφές) - Προφορικό λόγο (βιομηχανικές συζητήσεις, επαγγελματικές παρουσιάσεις)
Ο κατασκευασμένος αβρασιβίκος παράγοντας χρησιμοποιήθηκε για να λειάνει την επιφάνεια του μετάλλου.
Various types of manufactured abrasive agents are available for different applications.
Διαθέσιμες είναι διάφοροι τύποι κατασκευασμένων αβρασιβίκων παραγόντων για διαφορετικές εφαρμογές.
The quality of the manufactured abrasive agent affects the final finish of the product.
Ο όρος "manufactured abrasive agent" είναι πιο τεχνικός και δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, σχετικές φράσεις που περιλαμβάνουν "abrasive" είναι οι εξής:
"Έχει μια αβρασιβίκα προσωπικότητα που μπορεί να ενοχλήσει τους ανθρώπους."
"Sometimes, an abrasive approach is necessary to get results."
"Μερικές φορές, μια αβρασιβίκα προσέγγιση είναι απαραίτητη για να επιτευχθούν αποτελέσματα."
"Their comments were quite abrasive, making the conversation uncomfortable."
Η λέξη "manufactured" προέρχεται από το λατινικό "manu factus," που σημαίνει "κατασκευασμένο με το χέρι." Ο όρος "abrasive" προέρχεται από το λατινικό "abrasivus," που σημαίνει "αφαιρώντας." Το "agent" προέρχεται από το λατινικό "agens," που σημαίνει "φαίνω," "δρω."
Συνώνυμα: - Abrasive material - Grinding agent - Cutting agent
Αντώνυμα: - Smooth agent - Polishing agent (σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα)