Ο συνδυασμός λέξεων "map scale" είναι ένα ουσιαστικό.
/mæp skeɪl/
Η "map scale" αναφέρεται στον λόγο αναλογίας μεταξύ μιας απόστασης στον χάρτη και της αντίστοιχης πραγματικής απόστασης στη γη. Χρησιμοποιείται συχνά σε γεωγραφικούς χάρτες, ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να αντιληφθεί τις αποστάσεις και τους σχετικούς χώρους.
Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή σε γραπτό και προφορικό λόγο, κυρίως σε εκπαιδευτικά, γεωγραφικά και ταξιδιωτικά κείμενα.
The map scale indicates that 1 centimeter on the map equals 10 kilometers in reality.
(Η κλίμακα χάρτη υποδεικνύει ότι 1 εκατοστό στον χάρτη ισούται με 10 χιλιόμετρα στην πραγματικότητα.)
Before planning our route, I checked the map scale to estimate the distances.
(Πριν προγραμματίσουμε τη διαδρομή μας, κοίταξα την κλίμακα του χάρτη για να εκτιμήσω τις αποστάσεις.)
Η φράση "map scale" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδεθεί με ορισμένες φράσεις που αφορούν τη γεωγραφία και την κατανόηση χώρων και αποστάσεων.
Knowing the map scale can make all the difference when navigating through unfamiliar territories.
(Η γνώση της κλίμακας του χάρτη μπορεί να κάνει τη διαφορά όταν πλοηγήστε σε άγνωστες περιοχές.)
A larger map scale means more detail, but less area coverage.
(Μια μεγαλύτερη κλίμακα χάρτη σημαίνει περισσότερες λεπτομέρειες, αλλά λιγότερη κάλυψη περιοχής.)
Using the correct map scale is crucial for accurate measurement in geography.
(Η χρήση της σωστής κλίμακας χάρτη είναι κρίσιμη για ακριβή μέτρηση στη γεωγραφία.)
Η λέξη "map" προέρχεται από το λατινικό "mappa," που σημαίνει "πανί ή ύφασμα," ενώ η λέξη "scale" προέρχεται από την λατινική λέξη "scala," που σημαίνει "σκάλα" ή "βάθρο". Η σύνθεση των δύο όρων έχει καθοριστεί μέσω της γεωγραφικής και χαρτογραφικής πρακτικής.
ratio
Αντώνυμα: