Marl stone είναι ένα ουσιαστικό.
/mɑrl stoʊn/
Marl stone αναφέρεται σε ένα τύπο γεωλογικού σχηματισμού που είναι συνδυασμός από ασβέστη και αργίλιο. Χρησιμοποιείται συχνά σε γεωλογία και κατασκευές, καθώς είναι γνωστό ότι έχει υδατοπερατότητα και μπορεί να περιέχει θρεπτικά στοιχεία που είναι χρήσιμα για τη γεωργία.
Η χρήση του marl stone είναι πιο συχνή σε γραπτές μορφές, όπως ακαδημαϊκά διδακτικά κείμενα και μελέτες, παρά στον προφορικό λόγο.
Η κατασκευή του νέου κτηρίου απαιτεί μαρλώδη πέτρα για τα θεμέλια.
Marl stone is often used in agriculture to improve soil quality.
Η μαρλώδης πέτρα χρησιμοποιείται συχνά στη γεωργία για τη βελτίωση της ποιότητας του εδάφους.
Geologists study marl stone to understand the sedimentary processes of the area.
Η λέξη marl stone δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να συσχετίζεται με γεωλογικούς και κατασκευαστικούς όρους. Αν και δεν υπάρχουν καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, μπορούμε να δημιουργήσουμε μερικές φράσεις που δείχνουν τη χρήση της:
"Τα θεμέλια τοποθετήθηκαν με μαρλώδη πέτρα, εξασφαλίζοντας σταθερότητα."
"Farmers appreciate the benefits of marl stone in enriching their fields."
Η λέξη marl προέρχεται από παλαιά γερμανικά "merl", που σημαίνει πηλός. Ο όρος "stone" είναι αγγλικής προέλευσης και αναφέρεται σε σκληρές, ανθεκτικές ουσίες που σχηματίζουν βράχους.
Συνώνυμα: - Claystone - Limestone
Αντώνυμα: - Sandstone (Αμμόλιθος) - Igneous rock (Ηφαιστειακή πέτρα)
Αυτές οι πληροφορίες εξετάζουν τη λέξη marl stone σε βάθος, αναλύοντας πτυχές όπως η σημασία της, η χρήση της και οι σχέσεις με άλλες γεωλογικές ορολογίες.