matrimonially - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

matrimonially (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Adverb

Φωνητική μεταγραφή

/ˌmætrɪˈmoʊnɪəli/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "matrimonially" σχετίζεται με τη γαμήλια κατάσταση ή τα ζητήματα που αφορούν το γάμο. Χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει κάτι που είναι ή σχετίζεται με τη μορφή μιας γαμήλιας σχέσης. Στη γλώσσα Αγγλικά, μπορεί να χρησιμοποιείται συχνά σε νομικά, οικογενειακά ή κοινωνικά συμφραζόμενα. Είναι πιο συνηθισμένο σε γραπτό λόγο, αν και μπορεί να εμφανιστεί και σε προφορικές συζητήσεις.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. "They are matrimonially bound by their vows."
    "Είναι γαμικά δεσμευμένοι από τους όρκους τους."

  2. "The couple decided to live matrimonially after their wedding."
    "Το ζευγάρι αποφάσισε να ζήσει γαμικά μετά το γάμο τους."

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "matrimonially" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο η έννοια της σχέσης και του γάμου μπορεί να εμπλέκει άλλες φράσεις που επικεντρώνονται σε γάμο ή δέσμευση. Ακολουθούν ορισμένες σχετικές προτάσεις:

  1. "They live matrimonially, yet they still maintain their independence."
    "Ζουν γαμικά, παρ' όλ' αυτά διατηρούν την ανεξαρτησία τους."

  2. "Discussing their matrimonially intertwined lives was essential for their therapy."
    "Η συζήτηση για τις γαμικά αλληλένδετες ζωές τους ήταν ουσιαστική για τη θεραπεία τους."

  3. "In a matrimonially oriented society, traditional values are highly regarded."
    "Σε μια γαμικά προσανατολισμένη κοινωνία, οι παραδοσιακές αξίες θεωρούνται ιδιαίτερα σημαντικές."

Ετυμολογία

Η λέξη "matrimonially" προέρχεται από τη λέξη "matrimony", η οποία προέρχεται από το λατινικό "matrimonium", που σημαίνει γάμος ή γαμία, από τη ρίζα "mater" που σημαίνει μητέρα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - married - spousal - conjugal

Αντώνυμα: - unmarried - single - divorced



25-07-2024