Φράση (noun phrase)
/mɛʒər əv kənˈtrækʃən/
Ο όρος "measure of contraction" αναφέρεται στον τρόπο ή τη διαδικασία με την οποία μετράμε τη σύσπαση ενός υλικού ή μιας δομής. Χρησιμοποιείται συχνά στις επιστήμες των υλικών, στη μηχανική και στη φυσική για την ανάλυση της συμπεριφοράς υλικών υπό φόρτιση ή καιρικές συνθήκες. Η συχνότητα χρήσης του είναι πιο συνήθης σε γραπτό πλαίσιο, όπως σε ακαδημαϊκά άρθρα, τεχνικές αναφορές ή εγχειρίδια.
Ο μηχανικός υπολόγισε το μέτρο σύσπασης στη μεταλλική δοκό μετά την θερμική επεξεργασία.
Understanding the measure of contraction is essential for ensuring the durability of the materials used.
Η κατανόηση του μέτρου σύσπασης είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση της αντοχής των χρησιμοποιούμενων υλικών.
The measure of contraction varies with temperature changes in different materials.
Η φράση "measure of contraction" δεν είναι συνήθως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά μπορεί να ενσωματωθεί σε αναλύσεις ή παραδείγματα που σχετίζονται με τη μηχανική και επιστήμες των υλικών.
Όταν δοκιμάζουν υλικά, οι μηχανικοί συχνά βασίζονται στο μέτρο σύσπασης για να προσδιορίσουν την απόδοση υπό πίεση.
The measure of contraction can help predict how a structure will react during an earthquake.
Το μέτρο σύσπασης μπορεί να βοηθήσει στην πρόβλεψη του τρόπου αντίδρασης μιας δομής κατά τη διάρκεια ενός σεισμού.
A thorough analysis of the measure of contraction is critical in construction projects.
Ο όρος "measure" προέρχεται από το λατινικό "metiri" που σημαίνει "να μετράω", ενώ η λέξη "contraction" προέρχεται από το λατινικό "contractio", που σημαίνει "σύμπτυξη", από το "con-" (μαζί) και "tractio" (έλξη).
Συνώνυμα: - gauge of contraction (όργανο μέτρησης σύσπασης) - contraction index (δείκτης σύσπασης)
Αντώνυμα: - measure of expansion (μέτρο διαστολής) - gauge of growth (όργανο μέτρησης ανάπτυξης)