"Measuring prism" είναι ουσιαστικό.
/ˈmɛʒərɪŋ ˈprɪzəm/
Το "measuring prism" αναφέρεται σε ένα ειδικό εργαλείο ή συσκευή που χρησιμοποιείται στη μετρητική διαδικασία, κυρίως σε εφαρμογές γεωδαισίας και μηχανικής. Τα πρίσματα αυτά τοποθετούνται σε σημεία αναφοράς για τη μέτρηση γωνιών ή αποστάσεων.
Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως σε τεχνικό και επιστημονικό πλαίσιο, όπου η ακρίβεια στις μετρήσεις είναι κρίσιμη. Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό λόγο, ενδεχομένως σε αναφορές, εγχειρίδια και επιστημονικές δημοσιεύσεις.
Το πρίσμα μέτρησης ρυθμίστηκε για να εξασφαλίσει ακριβείς αναγνώσεις.
We used a measuring prism to determine the elevation of the site.
Το "measuring prism" δεν είναι κοινά χρησιμοποιούμενο σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, σχετικές φράσεις που σχετίζονται με τη μέτρηση μπορεί να περιλαμβάνουν:
"Μετρήστε δύο φορές, κόψτε μία, χρησιμοποιώντας το πρίσμα μέτρησης για ακρίβεια."
"Accuracy in surveying relies heavily on the measuring prism."
Ο όρος "measuring" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "measurian," που σημαίνει να προσδιορίσεις την έκταση ή την ποσότητα. Ο όρος "prism" προέρχεται από την ελληνική λέξη "prisma," που σημαίνει "τετράγωνο."
Surveying prism
Αντώνυμα:
Αυτές οι πληροφορίες σας παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για τον όρο "measuring prism".