Ο όρος "median energy" είναι ουσιαστικό (noun phrase).
/mid.i.ən ˈɛn.ər.dʒi/
Η "median energy" αναφέρεται στη μεσαία τιμή ενέργειας ενός σετ δεδομένων. Στατιστικά, είναι η τιμή που χωρίζει ένα σύνολο αριθμών σε δύο ίσα μέρη, όπου το 50% των παρατηρήσεων είναι μικρότερες ή ίσες από αυτήν και το 50% είναι μεγαλύτερες. Χρησιμοποιείται ευρέως σε διάφορους τομείς όπως η φυσική, τα οικονομικά και τα διαγράμματα δεδομένων, καθώς παρέχει μια πιο αντιπροσωπευτική εικόνα από τον μέσο όρο όταν υπάρχουν εξτρεμιστικές τιμές.
Η "median energy" είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη σε γραπτά πλαίσια, όπως επιστημονικά άρθρα και στατιστικές αναλύσεις.
The median energy consumption of the household was measured over a year.
Η μεσαία κατανάλωση ενέργειας του νοικοκυριού μετρήθηκε κατά τη διάρκεια ενός έτους.
Researchers discovered that the median energy level of the participants increased after the intervention.
Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι η μεσαία ενέργεια των συμμετεχόντων αυξήθηκε μετά την παρέμβαση.
Analyzing the median energy output helps in understanding the efficiency of renewable sources.
Η ανάλυση της μεσαίας παραγωγής ενέργειας βοηθά στην κατανόηση της αποδοτικότητας των ανανεώσιμων πηγών.
"The median energy value in the study provided insights into the overall health of the community."
"Η μεσαία ενεργειακή αξία στη μελέτη παρείχε πληροφορίες για τη συνολική υγεία της κοινότητας."
"Calculating the median energy allows researchers to mitigate the impact of outliers in their data."
"Ο υπολογισμός της μέσης ενέργειας επιτρέπει στους ερευνητές να μειώσουν την επιρροή των εξωτικών τιμών στα δεδομένα τους."
"When assessing environmental factors, the median energy emissions are often more revealing than averages."
"Όταν αξιολογούμε περιβαλλοντικούς παράγοντες, οι μεσαίες εκπομπές ενέργειας είναι συχνά πιο αποκαλυπτικές από τους μέσους όρους."
"By using median energy measurements, we can ensure more accurate energy policy formulations."
"Χρησιμοποιώντας μετρήσεις μεσαίας ενέργειας, μπορούμε να διασφαλίσουμε πιο ακριβείς διατυπώσεις ενεργειακής πολιτικής."
"The median energy output showed a significant increase during peak hours."
"Η μέση παραγωγή ενέργειας παρουσίασε σημαντική αύξηση κατά τις ώρες αιχμής."
"Reports on median energy usage can inform better resource management strategies."
"Οι αναφορές για τη μέση κατανάλωση ενέργειας μπορούν να ενημερώσουν καλύτερες στρατηγικές διαχείρισης πόρων."
Ο όρος "median" προέρχεται από τη λατινική λέξη "medius" που σημαίνει "μεσαίος", ενώ "energy" προέρχεται από τη ελληνική λέξη "ενέργεια" και μέσω της λατινικής "energia", η οποία σημαίνει "ικανότητα για δράση".
Συνώνυμα: average energy, central tendency of energy
Αντώνυμα: extreme energy, outlier energy
Αυτή η πληροφορία παρέχει μια ολοκληρωμένη κατανόηση του όρου "median energy" καθώς και του τρόπου χρήσης του στη γλώσσα Αγγλικά.