Megaphyllous είναι επίθετο.
/mɛgəˈfɪləs/
Η λέξη "megaphyllous" χρησιμοποιείται για να περιγράψει φυτά που έχουν μεγάλα φύλλα. Είναι ένας όρος κυρίως επιστημονικός και χρησιμοποιείται συχνά στη βοτανολογία.
Η λέξη "megaphyllous" δεν είναι πολύ συχνά χρησιμοποιούμενη στην καθημερινή ομιλία και είναι πιο συνηθισμένη σε επιστημονικά κείμενα, ειδικά σε τομείς που αφορούν τη βιολογία και την βοτανική.
Πολλά τροπικά φυτά είναι μεγαλοφυλλικά από φύση.
The megaphyllous leaves of the rainforest trees provide shade for the forest floor.
Τα μεγαλοφυλλικά φύλλα των δέντρων του τροπικού δάσους παρέχουν σκιά στο έδαφος του δάσους.
Botanists often study megaphyllous species for their unique adaptations.
Η λέξη "megaphyllous" δεν είναι γνωστή για τη χρήση της σε χαρακτηριστικές ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να προσαρμοστεί σε συνδυασμούς που αφορούν την βοτανολογία:
Η μεγαλοφυλλική ομορφιά της ζούγκλας μαγεύει πολλούς βοτανολόγους.
"In ecosystems rich in megaphyllous species, biodiversity flourishes."
Σε οικοσυστήματα πλούσια σε μεγαλοφυλλικά είδη, η βιοποικιλότητα ανθίζει.
"Studying megaphyllous plants can lead to greater understanding of adaptations."
Η λέξη "megaphyllous" προέρχεται από τα ελληνικά "mega" (μέγας) και "phyllon" (φύλλο), υποδηλώνοντας τα φυτά με μεγάλα φύλλα.
Συνώνυμα: - Large-leaved - Broad-leaved
Αντώνυμα: - Microphyllous (μικροφυλλικός) - Small-leaved