menstrual blood - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

menstrual blood (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

menstrual blood: ουσιαστικό

Φωνητική μεταγραφή

menstrual blood: /ˈmɛn.strʊ.əl blʌd/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικά

Σημασία της λέξης

Το "menstrual blood" αναφέρεται στο αίμα που απελευθερώνεται από τη μήτρα κατά την εμμηνορροϊκή διαδικασία, η οποία συμβαίνει περίπου κάθε μήνα στις γυναίκες και τους θηλυκούς θηλαστικούς. Η χρήση του όρου είναι κυρίως ιατρική ή βιολογική και ενδέχεται να εμφανίζεται σε συζητήσεις σχετικά με την αναπαραγωγική υγεία. Η συχνότητα χρήσης του είναι σημαντική και στα δύο πλαίσια, αλλά είναι πιο συχνή σε ιατρικό και επιστημονικό κείμενο παρά στον καθημερινό προφορικό λόγο.

Προτάσεις

  1. Many women experience pain during their menstrual blood flow.
    Πολλές γυναίκες βιώνουν πόνο κατά τη διάρκεια της ροής του εμμηνορροϊκού αίματος.

  2. It's important to use proper hygiene during your menstrual blood cycle.
    Είναι σημαντικό να χρησιμοποιείτε σωστή υγιεινή κατά τη διάρκεια του κύκλου του εμμηνορροϊκού αίματος.

  3. The color of menstrual blood can vary from bright red to dark brown.
    Το χρώμα του εμμηνορροϊκού αίματος μπορεί να διαφέρει από φωτεινό κόκκινο έως σκούρο καφέ.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Το "menstrual blood" δεν είναι συχνά μέρος δοκιμασμένων ιδιωματικών εκφράσεων και η χρήση του περιορίζεται κυρίως σε ιατρικό ή επιστημονικό πλαίσιο. Ωστόσο, μπορεί να αναφερθεί σε φράσεις που σχετίζονται με την υγεία ή την αναπαραγωγή, όπως:

  1. She learned a lot about menstrual blood health in her biology class.
    Έμαθε πολλά για την υγεία του εμμηνορροϊκού αίματος στο μάθημα της βιολογίας.

  2. Understanding menstrual blood changes can be key to identifying health issues.
    Η κατανόηση των αλλαγών στο εμμηνορροϊκό αίμα μπορεί να είναι το κλειδί για την αναγνώριση προβλημάτων υγείας.

  3. Menstrual blood can provide insights into a woman’s overall reproductive health.
    Το εμμηνορροϊκό αίμα μπορεί να προσφέρει πληροφορίες για τη συνολική αναπαραγωγική υγεία μιας γυναίκας.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "menstrual" προέρχεται από τη λατινική λέξη "menstruus," που σημαίνει "μηνιαίος," ενώ η λέξη "blood" προέρχεται από την παλαιά αγγλική "blod," που έχει τη ρίζα της σε γερμανικές γλώσσες και σημαίνει "αίμα".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - εμμηνορροϊκή ροή - αίμα περιόδου

Αντώνυμα: - αίμα εγκυμοσύνης - αίμα (γενικά, χωρίς τον περιορισμό της εμμήνου ρύσεως)



25-07-2024