mercenariness - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

mercenariness (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Φωνητική μεταγραφή

/ˌmɜːrsəˈnɛərɪnəs/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "mercenariness" αναφέρεται στην κατάσταση ή τη διάθεση να εργάζεται κάποιος μόνο για χρήματα ή προσωπικό όφελος, χωρίς να έχει ηθικά ή συναισθηματικά κίνητρα. Χρησιμοποιείται με αρνητική χροιά για να περιγράψει άτομα που είναι επικεντρωμένα αποκλειστικά στο υλικό κέρδος. Συνήθως απαντάται σε γραπτό λόγο, αλλά μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί και στον προφορικό λόγο, κυρίως όταν γίνεται συζήτηση για ηθικά θέματα ή αξίες.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. The mercenariness of his actions became clear when he chose profit over principle.
  2. Η μισθοφορική διάθεση των πράξεών του έγινε σαφής όταν επέλεξε το κέρδος αντί της αρχής.

  3. Critics often lament the mercenariness of modern business practices.

  4. Οι κριτικοί συχνά θλίβονται για την μισθοφορική διάθεση των σύγχρονων επιχειρηματικών πρακτικών.

  5. Mercenariness in politics can lead to a loss of public trust.

  6. Η μισθοφορική διάθεση στην πολιτική μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια δημόσιας εμπιστοσύνης.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "mercenariness" χρησιμοποιείται περιοδικά σε ιδιωματικές εκφράσεις για να περιγράψει την επιφανειακή ή εμπορική φύση κάποιου. Ορισμένες σχετικές φράσεις περιλαμβάνουν:

  1. "His life was marked by mercenariness, chasing after money rather than happiness."
  2. «Η ζωή του χαρακτηριζόταν από μισθοφορική διάθεση, κυνηγώντας το χρήμα αντί της ευτυχίας.»

  3. "The mercenariness of the film industry often prioritizes profit over art."

  4. «Η μισθοφορική διάθεση της βιομηχανίας του κινηματογράφου συχνά προτιμά το κέρδος από την τέχνη.»

  5. "In a world of mercenariness, true friendship is hard to find."

  6. «Σε έναν κόσμο μισθοφορικής διάθεσης, η αληθινή φιλία είναι δύσκολο να βρεθεί.»

  7. "He criticized the mercenariness of those who sell their talents for a price."

  8. «Κατήγγειλε την μισθοφορική διάθεση εκείνων που πουλούν τα ταλέντα τους για μια τιμή.»

  9. "Mercenariness can distort values in any profession."

  10. «Η μισθοφορική διάθεση μπορεί να παραμορφώσει τις αξίες σε οποιοδήποτε επάγγελμα.»

Ετυμολογία

Η λέξη προέρχεται από το “mercenary”, που σημαίνει "μισθοφόρος", το οποίο προέρχεται από τη λατινική λέξη “merces” που σημαίνει "μισθός" ή "αμοιβή".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Υλικότητα - Επαγγελματισμός

Αντώνυμα: - Αλτρουισμός - Αυταπάρνηση

Αυτή η αναλυτική εξερεύνηση της λέξης "mercenariness" έχει σκοπό να αποδώσει τις πολλαπλές διαστάσεις της στην αγγλική γλώσσα και να τη συνδέσει με το ευρύτερο ηθικό πλαίσιο.



25-07-2024