Metahydroxide: ουσιαστικό
/ˌmɛtəˈhaɪdrəʊsaɪd/
Η λέξη "metahydroxide" δεν έχει μια ακριβή μετάφραση στα Ελληνικά, αλλά μπορεί να περιγραφεί ως "μεταϋδροξείδιο".
Το metahydroxide είναι ένας χημικός όρος που αναφέρεται σε έναν τύπο υδροξειδίου που περιέχει μια μετα-ομάδα. Χρησιμοποιείται κυρίως στη χημεία και έχει εφαρμογές σε διάφορους βιομηχανικούς και ακαδημαϊκούς τομείς. Η χρήση του στην αγγλική γλώσσα είναι κυρίως στο γραπτό πλαίσιο και ειδικότερα σε επιστημονικά κείμενα.
Στο εργαστήριο, συνθέσαμε έναν νέο τύπο μεταϋδροξειδίου για τα πειράματά μας.
The properties of metahydroxide were analyzed using advanced spectroscopic techniques.
Η λέξη "metahydroxide" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, καθώς είναι ένα εξειδικευμένο επιστημονικό όρο. Ωστόσο, μπορούμε να δούμε κάποιες γενικές προτάσεις που την περιλαμβάνουν:
Η επικέντρωση στην έρευνα του μεταϋδροξειδίου είναι κρίσιμη για την ανάπτυξη νέων υλικών.
Understanding metahydroxide behavior in different conditions is essential for its applications.
Η λέξη "metahydroxide" αποτελείται από το πρόθεμα "meta-", που προέρχεται από τα Ελληνικά και σημαίνει "μεταξύ" ή "πέρα από", και τη λέξη "hydroxide", που προέρχεται από το ελληνικό "ὕδωρ" (ύδωρ) που σημαίνει "νερό".
Συνώνυμα: Υδροξείδιο (Hydroxide) Αντώνυμα: Όξινο (Acidic), Θετικό ιόν (Cation)