Ο όρος "methods of manufacture" λειτουργεί ως ονοματική φράση (noun phrase) που αναφέρεται στους τρόπους ή τις διαδικασίες κατασκευής.
/mɛθədz əv ˈmænəfækʧər/
Ο όρος "methods of manufacture" αναφέρεται στις διάφορες διαδικασίες και τεχνικές που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή προϊόντων. Στη γλώσσα των Αγγλικών, χρησιμοποιείται κυρίως σε βιομηχανικά και τεχνικά συμφραζόμενα. Καθώς η παραγωγή και η βιομηχανία είναι τομείς που συχνά εξελίσσονται, η χρήση αυτών των όρων μπορεί να είναι αρκετά συχνή, ειδικότερα σε γραπτά κείμενα όπως τεχνικές αναφορές, επιστημονικά άρθρα και βιομηχανικές μελέτες.
Οι μέθοδοι κατασκευής είναι καθοριστικές για την εξασφάλιση της ποιότητας του προϊόντος.
Different methods of manufacture can impact the cost and efficiency of production.
Ο όρος "methods of manufacture" μπορεί να σχετίζεται με πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που αναφέρονται σε διαδικασίες παραγωγής:
“Εξορθολογίστε τις μεθόδους κατασκευής για να μειώσετε τα απόβλητα.”
“Innovative methods of manufacture can set a company apart from its competitors.”
“Καινοτόμες μέθοδοι κατασκευής μπορούν να διαφοροποιήσουν μια εταιρεία από τους ανταγωνιστές της.”
“Adopting modern methods of manufacture can improve overall productivity.”
“Η υιοθέτηση σύγχρονων μεθόδων κατασκευής μπορεί να βελτιώσει την συνολική παραγωγικότητα.”
“Exploring sustainable methods of manufacture is essential for the future.”
Ο όρος "methods" προέρχεται από τη λατινική λέξη "metodologia", που σημαίνει "μεθοδολογία", και "manufacture" προέρχεται από το λατινικό "manufactura", που αφορά την "χειροκατασκευή".
Συνώνυμα: - Production techniques - Manufacturing processes - Production methods
Αντώνυμα: - Destruction methods - Disassembly techniques