Το "microbiological bloat" είναι ένα σύνθετο ουσιαστικό.
/ˌmaɪkrəʊbaɪˈɒlədʒɪkəl bloʊt/
Το "microbiological bloat" αναφέρεται στην κατάσταση, συνήθως σχετική με την υγεία, όπου η ανάπτυξη ορισμένων μικροβίων στο σώμα ή στο πεπτικό σύστημα προκαλεί φούσκωμα ή διάταση στην κοιλιακή περιοχή. Συνήθως σχετίζεται με προβλήματα στην πέψη ή ανισορροπίες στη μικροχλωρίδα του εντέρου. Αυτή η φράση δεν είναι πολύ συχνή και χρησιμοποιείται περισσότερο σε επιστημονικά ή ιατρικά κείμενα παρά στη καθημερινή ομιλία.
Πολλοί άνθρωποι υποφέρουν από μικροβιολογικό φούσκωμα λόγω διατροφικών ανισορροπιών.
Addressing microbiological bloat can improve overall digestive health.
Η φράση "microbiological bloat" δεν είναι ιδιαίτερα συνήθης σε ιδιωματικές εκφράσεις, όμως μπορεί να αναφερθούμε σε σχετικές εκφράσεις στον τομέα της υγειονομικής ή επιστημονικής γλώσσας, όπως:
Προβλήματα στο στομάχι συχνά προέρχονται από μικροβιολογική ανισορροπία.
To combat microbiological bloat, you should consider probiotics.
Για να καταπολεμήσετε το μικροβιολογικό φούσκωμα, θα πρέπει να σκεφτείτε τα προβιοτικά.
Awareness of microbiological bloat can lead to better dietary choices.
Η λέξη "microbiological" προέρχεται από τα στοιχεία "micro" (μικρό, μικρόβιο) και "biological" (βιολογικός), υποδεικνύοντας μια σύνθεση που σχετίζεται με μικρόβια και τις βιολογικές τους διαδικασίες. Η λέξη "bloat" προέρχεται από την Αγγλική γλώσσα, σημαίνοντας φούσκωμα ή διάταση.
Συνώνυμα: - intestinal distention (εντερική διάταση) - abdominal bloating (κοιλιακό φούσκωμα)
Αντώνυμα: - abdominal flatness (κοιλιακή λειανωσία) - normal digestion (κανονική πέψη)