Ο όρος "mill separator" είναι ουσιαστικό.
/mɪl səˈpəreɪtə/
Ο όρος "mill separator" αναφέρεται σε μια μηχανή ή συσκευή που χρησιμεύει για τον διαχωρισμό διαφόρων σωματιδίων ή ουσιών κατά τη διαδικασία άλεσης. Συνήθως χρησιμοποιείται σε βιομηχανικές διαδικασίες, όπως στην παραγωγή τσιμέντου ή άλλων υλικών, για την επίτευξη της επιθυμητής κοκκομετρίας. Η χρήση του είναι πιο κοινή σε τεχνικά και βιομηχανικά κείμενα, αν και μπορεί να εμφανίζεται και στον προφορικό λόγο μεταξύ ειδικών του τομέα.
The mill separator plays a crucial role in ensuring the quality of the final product.
Ο διαχωριστής μύλου παίζει καθοριστικό ρόλο στην εξασφάλιση της ποιότητας του τελικού προϊόντος.
Proper maintenance of the mill separator can significantly reduce production costs.
Η σωστή συντήρηση του διαχωριστή μύλου μπορεί να μειώσει σημαντικά τα κόστη παραγωγής.
Engineers designed a more efficient mill separator to improve the processing time.
Οι μηχανικοί σχεδίασαν έναν πιο αποδοτικό διαχωριστή μύλου για να βελτιώσουν τον χρόνο επεξεργασίας.
Ο όρος "mill separator" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά το πλαίσιο του μπορεί να αποτελέσει αφετηρία για μερικές σχετικές φράσεις:
"The mill separator is the backbone of our production line."
"Ο διαχωριστής μύλου είναι η ραχοκοκαλιά της παραγωγικής μας γραμμής."
"Without a reliable mill separator, our output quality would suffer."
"Χωρίς έναν αξιόπιστο διαχωριστή μύλου, η ποιότητα της παραγωγής μας θα επηρεαζόταν."
"The new mill separator has been a game changer in our operations."
"Ο νέος διαχωριστής μύλου έχει αλλάξει τα δεδομένα στις επιχειρήσεις μας."
Ο όρος "mill" προέρχεται από την παλιά αγγλική λέξη "mylen" και αναφέρεται στη διαδικασία άλεσης, ενώ "separator" προέρχεται από το λατινικό "separare," που σημαίνει "διαχωρίζω".
Συνώνυμα: - διαχωριστική μηχανή - διαχωριστής
Αντώνυμα: - συγχώνευση - συνδυασμός