Η φράση "minimal idempotent" λειτουργεί ως όρος που συνδυάζει δύο επίθετα, "minimal" και "idempotent". Χρησιμοποιείται κυρίως σε μαθηματικά και υπολογιστική θεωρία.
/mɪnɪməl aɪˈdɛmpətənt/
Ο όρος "minimal idempotent" αναφέρεται σε μια ειδική κατηγορία στοιχείων σε αλγεβρικές δομές (όπως δακτυλίους ή χώρους), που πληρούν συγκεκριμένες συνθήκες σχετικές με την ελάχιστη μορφή και την ιδιότητα της ιδεατότητας.
Στη γλώσσα των μαθηματικών, μια ιδεατή λειτουργία ή στοιχείο είναι αυτό που δεν αλλάζει αν εφαρμοστεί επανειλημμένα. Όταν μιλάμε για "minimal idempotent", αναφερόμαστε στο ιδεατό στοιχείο που είναι επίσης το ελάχιστο σε κάποια αλγεβρική σύνολη.
Η συχνότητα χρήσης είναι συνήθως υψηλή σε μαθηματικά και θεωρία υπολογιστών, κυρίως σε γραπτές επικοινωνίες όπως ακαδημαϊκά paper και βιβλία. Δεν χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό λόγο.
"In the study of lattice theory, a minimal idempotent is crucial for understanding the structure."
"Στη μελέτη της θεωρίας πλέγματος, ένας ελάχιστος ιδεατός είναι κρίσιμος για την κατανόηση της δομής."
"The concept of a minimal idempotent helps simplify the equations in functional analysis."
"Η έννοια ενός ελάχιστου ιδεατού βοηθά στην απλοποίηση των εξισώσεων στην λειτουργική ανάλυση."
"Many algebraic structures can be analyzed using minimal idempotents."
"Πολλές αλγεβρικές δομές μπορούν να αναλυθούν χρησιμοποιώντας ελάχιστους ιδεατούς."
Ο όρος "minimal idempotent" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, η ιδέα των "ιδεατών" είναι θεμελιώδης σε πολλές ιδέες στα μαθηματικά και την υπολογιστική θεωρία.