Ο όρος "minimal process" αποτελείται από δύο λέξεις που λειτουργούν ως ένα ουσιαστικό κλισέ.
/mɪnɪməl ˈprɒsɛs/
Ο όρος "minimal process" αναφέρεται σε μια διαδικασία που απαιτεί τις λιγότερες δυνατές ενέργειες ή πόρους για να επιτευχθεί ένα επιθυμητό αποτέλεσμα. Στη γλώσσα των επιχειρήσεων ή της τεχνολογίας, συχνά χρησιμοποιείται για να περιγράψει απλουστευμένες διαδικασίες ή προσεγγίσεις ώστε να επιτυγχάνονται στόχοι με την ελάχιστη σπατάλη πόρων.
Συνήθως, οι μινιμαλιστικές διαδικασίες χρησιμοποιούνται σε γραπτές και προφορικές επικοινωνίες, περνώντας το μήνυμα της απλότητας και της αποδοτικότητας. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή σε τεχνολογικά και επιχειρηματικά περιβάλλοντα.
The team implemented a minimal process to streamline their workflow.
(Η ομάδα εφάρμοσε μια ελάχιστη διαδικασία για να απλοποιήσει τη ροή εργασίας τους.)
A minimal process ensures that we do not waste resources unnecessarily.
(Μια ελάχιστη διαδικασία εξασφαλίζει ότι δεν σπαταλάμε πόρους αχρείαστα.)
Ο όρος "minimal process" δεν έχει σχετικές ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο η έννοια της "ελαχιστοποίησης" συχνά εμφανίζεται σε διάφορα πλαίσια. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα που περιλαμβάνουν την έννοια του μινιμαλισμού στη διαδικασία:
Adopting a minimal process can significantly reduce project timelines.
(Η υιοθέτηση μιας ελάχιστης διαδικασίας μπορεί να μειώσει σημαντικά τα χρονοδιαγράμματα του έργου.)
In software development, a minimal process can lead to faster iteration cycles.
(Στην ανάπτυξη λογισμικού, μια ελάχιστη διαδικασία μπορεί να οδηγήσει σε γρηγορότερους κύκλους επανάληψης.)
Using a minimal process allows teams to focus on key objectives.
(Η χρήση μιας ελάχιστης διαδικασίας επιτρέπει στις ομάδες να εστιάζουν στους βασικούς στόχους.)
Ο όρος "minimal" προέρχεται από τη λατινική λέξη "minimum", που σημαίνει "το λιγότερο" ή "το ελάχιστο". Η λέξη "process" προέρχεται από τη λατινική λέξη "processus", που σημαίνει "προορισμός" ή "πρόοδος".
Συνώνυμα: - simple process (απλή διαδικασία) - efficient process (αποτελεσματική διαδικασία)
Αντώνυμα: - complex process (πολύπλοκη διαδικασία) - elaborate process (λεπτομερής διαδικασία)