Ο όρος "minimum-cost diet" είναι μια σύνθετη φράση που λειτουργεί ως Ουσιαστικό.
/ˈmɪnɪməm kɔːst daɪət/
Η φράση "minimum-cost diet" αναφέρεται σε μια διατροφή που σχεδιάζεται ώστε να παρέχει τις απαραίτητες θρεπτικές ουσίες με το χαμηλότερο δυνατό κόστος. Χρησιμοποιείται κυρίως σε πλαίσια διατροφής και οικονομίας, συχνά σχετική με άτομα ή οικογένειες που προσπαθούν να διατηρήσουν μια υγιή διατροφή χωρίς να ξοδεύουν πολλά χρήματα.
Η συχνότητά της είναι μέτρια, χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο (όπως σε διατροφικές μελέτες ή ερευνητικά κείμενα) παρά στον προφορικό λόγο.
"Πολλοί άνθρωποι αναζητούν μια διατροφή ελάχιστου κόστους για να διατηρήσουν την υγεία τους."
"A minimum-cost diet can help families save money while eating nutritious foods."
"Μια διατροφή ελάχιστου κόστους μπορεί να βοηθήσει τις οικογένειες να εξοικονομήσουν χρήματα ενώ τρώνε θρεπτικά τρόφιμα."
"The researchers developed a minimum-cost diet plan that meets dietary needs."
Αν και η συγκεκριμένη φράση "minimum-cost diet" δεν χρησιμοποιείται συχνά στις ιδιωματικές εκφράσεις, σχετικές ιδέες μπορούν να ενσωματωθούν σε προτάσεις όπως οι παρακάτω:
"Το να τρως με περιορισμένο προϋπολογισμό σημαίνει ότι πρέπει να υιοθετήσεις μια διατροφή ελάχιστου κόστους."
"Living frugally often involves a minimum-cost diet to keep both health and finances in check."
"Η φθηνή διαβίωση συχνά περιλαμβάνει μια διατροφή ελάχιστου κόστους για να διατηρούνται υπό έλεγχο η υγεία και τα οικονομικά."
"When times are tough, a minimum-cost diet can be a lifesaver."
Ο όρος "minimum" προέρχεται από το λατινικό "minimum" που σημαίνει "το λιγότερο", και το "cost" προέρχεται από την αγγλική λέξη "cost" που αναφέρεται στην τιμή ή στην αξία ενός αγαθού. "Diet" επίσης προέρχεται από τον ελληνικό όρο "diaita", που σημαίνει "τρόπος ζωής".
Συνώνυμα: - οικονομική διατροφή - χαμηλού κόστους διατροφή - προσιτή διατροφή
Αντώνυμα: - πολυτελής διατροφή - ακριβή διατροφή - gourmet διατροφή