mint of intrigue: Φράση
/mɪnt ʌv ɪnˈtriɡ/
Η φράση "mint of intrigue" δεν είναι μια κοινώς χρησιμοποιούμενη έκφραση στην αγγλική γλώσσα, αλλά μπορεί να ερμηνευτεί με βάση τα ξεχωριστά συστατικά της. Το "mint" αναφέρεται σε έναν τόπο παραγωγής νομισμάτων, ενώ το "intrigue" σημαίνει μυστήριο ή περιέργεια. Έτσι, η φράση μπορεί να υπονοεί μια πηγή ή τόπο γεμάτο μυστήριο ή περιπέτεια.
Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά, συχνότητα και πλαίσιο: Αυτή η φράση μπορεί να χρησιμοποιηθεί περισσότερο σε λογοτεχνικά ή φανταστικά κείμενα, που φιλοδοξούν να προβάλλουν μια ατμόσφαιρα μυστηρίου. Δε χρησιμοποιείται ευρέως στην καθημερινή ομιλία ή στη συγγραφή.
The ancient castle was often described as the mint of intrigue for its hidden treasures.
Ο αρχαίος πύργος περιγράφηκε συχνά ως το νομισματοκοπείο μυστηρίου για τους κρυμμένους θησαυρούς του.
Many stories revolve around the mint of intrigue that lies beneath the city streets.
Πολλές ιστορίες περιστρέφονται γύρω από το νομισματοκοπείο μυστηρίου που βρίσκεται κάτω από τους δρόμους της πόλης.
The novel's plot is centered on a mint of intrigue involving spies and secret treasures.
Η πλοκή του μυθιστορήματος επικεντρώνεται σε ένα νομισματοκοπείο μυστηρίου που περιλαμβάνει κατασκόπους και μυστικούς θησαυρούς.
Δεδομένου ότι η φράση "mint of intrigue" είναι σχετικά μοναδική, δεν υπάρχουν πολλές γνωστές ιδιωματικές εκφράσεις που να την περιλαμβάνουν. Ωστόσο, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τη λέξη "mint" με άλλες φράσεις για να φέρετε την έννοια του "δημιουργείν" ή του "καινοτομείν" σε διαφορετικά συμφραζόμενα.
To mint a new idea
The scientist managed to mint a new idea that revolutionized the industry.
Ο επιστήμονας κατάφερε να δημιουργήσει μια νέα ιδέα που επανάστασε τη βιομηχανία.
Mint condition
The old coin was still in mint condition, making it very valuable.
Το παλιό νόμισμα ήταν ακόμα σε άριστη κατάσταση, καθιστώντας το πολύτιμο.
Minting money
The tech startup is minting money with its innovative app.
Η τεχνολογική νεοσύστατη επιχείρηση κερδίζει πολλά χρήματα με την καινοτόμο εφαρμογή της.
Συνώνυμα: - Mystery (μυστήριο) - Puzzle (γρίφος) - Enigma (γρίφος)
Αντώνυμα: - Clarity (καθαρότητα) - Certainty (βεβαιότητα) - Simplicity (απλότητα)