Ρήμα/Ουσιαστικό (Noun/Verb)
/ˌmɪsˈruːl/
Η λέξη "misrule" αναφέρεται σε μια περίοδο κατά την οποία η εξουσία ή η διοίκηση ενός ατόμου ή μιας ομάδας είναι κακή ή ανίκανη. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει καταστάσεις όπου οι εξουσίες εκμεταλλεύονται, και οι πολίτες ή οι υπήκοοι υποφέρουν λόγω της κακής διοίκησης.
Στη γλώσσα των Αγγλικών, η λέξη "misrule" χρησιμοποιείται κυρίως στο γραπτό πλαίσιο και αποτελεί πιο σπάνια επιλογή στον προφορικό λόγο. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά χαμηλή, καθώς τείνει να χρησιμοποιείται σε πιο επίσημες ή ιστορικές συζητήσεις.
Η χώρα υπέφερε κάτω από μια μακρά περίοδο κακής διοίκησης.
Many believed that the misrule of the tyrant would eventually lead to revolution.
Η λέξη "misrule" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να ενσωματωθεί σε μερικές φράσεις που αναφέρονται στην κακή διοίκηση ή διακυβέρνηση:
Η κακή διοίκηση της τοπικής κυβέρνησης προκαλούσε εκτενείς διαμαρτυρίες.
Citizens demanded justice after years of misrule and corruption.
Οι πολίτες ζήτησαν δικαιοσύνη μετά από χρόνια κακής διακυβέρνησης και διαφθοράς.
Misrule often leads to civil unrest and a loss of faith in leadership.
Η λέξη "misrule" προέρχεται από την πρόθεσή "mis-" που σημαίνει "λάθος" ή "κακό," και τη λέξη "rule," που σημαίνει "κανόνας" ή "διοίκηση." Συνεπώς, υποδηλώνει την έννοια της κακής ή ανίκανης διοίκησης.
Συνώνυμα: - Bad governance - Mismanagement - Tyranny
Αντώνυμα: - Good governance - Fair rule - Just administration