missioner - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

missioner (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Η λέξη "missioner" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική Μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή στα διεθνή φωνητικά σύμβολα (IPA): /ˈmɪʃənər/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της Λέξης

Η λέξη "missioner" αναφέρεται σε άτομο που συμμετέχει σε μια αποστολή, συνήθως με θρησκευτικό ή κοινωνικό σκοπό. Στις περισσότερες περιπτώσεις, χρησιμοποιείται για να περιγράψει άτομα που προωθούν τη θρησκεία τους και εργάζονται για την υποστήριξη κοινοτήτων ή ατόμων σε ανάγκη. Η χρήση της λέξης αυτή είναι συχνή σε προφορικούς και γραπτούς λόγους, αν και μπορεί να είναι πιο διαδεδομένη σε θεολογικά ή κοινωνικά κείμενα.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. He worked as a missioner in Africa for several years.
  2. Αυτός δούλεψε ως αποστολέας στην Αφρική για αρκετά χρόνια.

  3. The missioner dedicated her life to helping the poor.

  4. Η ιεραπόστολος αφιέρωσε τη ζωή της στην βοήθεια των φτωχών.

  5. Many missioners travel around the world to spread their faith.

  6. Πολλοί ιεραπόστολοι ταξιδεύουν σε όλο τον κόσμο για να διαδώσουν την πίστη τους.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "missioner" μπορεί να μην είναι συχνά μέρος γνωστών ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά σχετίζεται με έννοιες όπως οι αποστολές ή η υπηρεσία προς τους άλλους. Εδώ είναι κάποιες σχετικές προτάσεις:

  1. He has the heart of a missioner and helps wherever he can.
  2. Έχει την καρδιά ενός αποστολέα και βοηθά όπου μπορεί.

  3. Being a missioner is not just a job; it's a calling.

  4. Να είσαι ιεραπόστολος δεν είναι απλά μια εργασία, είναι μια κλίση.

  5. The missioner’s work reflects the spirit of service.

  6. Η εργασία του αποστολέα αντικατοπτρίζει το πνεύμα της υπηρεσίας.

  7. Her family has a long history of being missioners.

  8. Η οικογένειά της έχει μακρά ιστορία να είναι ιεραπόστολοι.

  9. Every missioner faces unique challenges in their work.

  10. Κάθε ιεραπόστολος αντιμετωπίζει μοναδικές προκλήσεις στη δουλειά του.

Ετυμολογία

Η λέξη "missioner" προέρχεται από τη λέξη "mission", η οποία προέρχεται από το λατινικό "missio", που σημαίνει "αποστολή". Αυτή η λέξη είναι στενά συνδεδεμένη με θρησκευτικές και κοινωνικές αποστολές.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - αποστολέας - ιεραπόστολος - πιστός

Αντώνυμα: - απεργοσπάστης - αδιάφορος - αποστασιοποιημένος



25-07-2024