Η λέξη "moralistic" αναφέρεται σε ανθρώπους ή προσεγγίσεις που προβάλλουν ή επικεντρώνονται σε ηθικές αρχές ή αξίες, συχνά με έναν κριτικό ή υπερβολικό τρόπο. Οι ηθικιστές τείνουν να εγκρίνουν ή να αποδοκιμάζουν συμπεριφορές με βάση ηθικά κριτήρια. Στην αγγλική γλώσσα, η λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτό λόγο, ειδικά σε φιλοσοφικές, κοινωνιολογικές και ψυχολογικές αναλύσεις.
Η λέξη "moralistic" χρησιμοποιείται συχνά σε διατυπώσεις που περιλαμβάνουν κοινωνικές ή ηθικές κριτικές και είναι πιο συχνή σε γραπτό λόγο παρά στον προφορικό.
The speaker's moralistic tone turned many people off from the message.
Ο ηχούσας ηθικιστικός τόνος του ομιλητή απομάκρυνε πολλούς από το μήνυμα.
Some critics argue that moralistic storytelling can be overly simplistic.
Ορισμένοι κριτικοί υποστηρίζουν ότι οι ηθικιστικές αφηγήσεις μπορούν να είναι υπερβολικά απλοϊκές.
She has a moralistic view on the responsibilities of artists in society.
Έχει μια ηθικιστική άποψη για τις ευθύνες των καλλιτεχνών στην κοινωνία.
Οι ηθικιστικές εκφράσεις συχνά χρησιμοποιούν τη λέξη "moralistic" για να περιγράψουν την υποκρισία ή τη διδακτική διάθεση:
A moralistic attitude often leads to more judgment than understanding.
Μια ηθικιστική στάση συχνά οδηγεί σε περισσότερη κριτική παρά κατανόηση.
His moralistic rants bored the audience.
Οι ηθικιστικές του κραυγές τόνισαν το κοινό.
The film was criticized for its moralistic preachiness.
Η ταινία επικρίθηκε για την ηθικιστική της διδακτικότητα.
She tends to take a moralistic approach when discussing ethical dilemmas.
Έχει την τάση να υιοθετεί μια ηθικιστική προσέγγιση όταν συζητά ηθικά διλήμματα.
In a moralistic society, the actions of individuals are closely scrutinized.
Σε μια ηθικιστική κοινωνία, οι πράξεις των ατόμων ελέγχονται προσεκτικά.
Η λέξη προέρχεται από το λατινικό "moralisticus," το οποίο συνδέεται με τη λέξη "moral," που σημαίνει "ηθικός". Το λήμμα "moral" έχει τις ρίζες του στη λατινική λέξη "moralis," που αναφέρεται σε ήθη και έθιμα.
Αυτές οι πληροφορίες προσφέρουν μια σφαιρική εικόνα της λέξης "moralistic" και των συνειρμών της.