Adverb (Επίρρημα)
/mɔr kənˈsaɪsli/
Η λέξη "more concisely" χρησιμοποιείται στην αγγλική γλώσσα για να δηλώσει ότι κάτι εκφράζεται με μεγαλύτερη σαφήνεια και λιτότητα. Συχνά χρησιμοποιείται σε γραπτό λόγο, ειδικά σε ακαδημαϊκά ή επαγγελματικά κείμενα, αλλά μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί στον προφορικό λόγο.
"Can you explain the concept more concisely?"
"Μπορείς να εξηγήσεις την έννοια πιο συνοπτικά;"
"The report should be written more concisely."
"Η αναφορά πρέπει να είναι γραμμένη πιο περιληπτικά."
Η φράση "more concisely" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο, επισημαίνει τη σημασία της οικονομίας του λόγου:
"Let’s put it more concisely: we need a new plan."
"Ας το βάλουμε πιο συνοπτικά: χρειαζόμαστε ένα νέο σχέδιο."
"To summarize more concisely, the meeting was a success."
"Για να συνοψίσουμε πιο συνοπτικά, η συνάντηση ήταν επιτυχής."
Η λέξη "concisely" προέρχεται από το Λατινικό "concisus", που σημαίνει "κομμένος" ή "συντομευμένος".