Το "mounted detachment" είναι ένα φράγμα και θα μπορούσε να περιγραφεί ως ουσιαστικό.
/ˈmaʊntɪd dɪˈtæʧmənt/
Το "mounted detachment" αναφέρεται συνήθως σε στρατιωτικό ή αστυνομικό σχηματισμό που περιλαμβάνει άτομα που εργάζονται από το έδαφος με τη βοήθεια αλόγων ή άλλων ζώων. Αυτές οι μονάδες αποτελούν μέρος υπηρεσιών που απαιτούν κινητικότητα και παρουσία σε μεγάλες εκτάσεις. Χρησιμοποιείται κυρίως σε στρατιωτικά ή αστυνομικά συμφραζόμενα και έχει συχνά παραπομπές σε ιστορικές ή σύγχρονες τακτικές.
Το "mounted detachment" δεν χρησιμοποιείται ευρέως στον καθημερινό λόγο, αλλά περισσότερο σε ειδικά συμφραζόμενα, κυρίως στρατιωτικά ή αστυνομικά. Η συχνότητα χρήσης του είναι σχετικά χαμηλή και αφορα σε γραπτά κείμενα ή συγκεκριμένες αναφορές σε τακτικές μονάδες.
Η έφιππη αποσχόληση αναπτύχθηκε για να διαχειριστεί το πλήθος κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης.
The police mounted detachment patrolled the park on weekends.
Το "mounted detachment" δεν είναι ιδιαιτέρως κοινό σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να βρίσκεται σε ειδικές αναφορές που σχετίζονται με τη στρατιωτική και αστυνομική δραστηριότητα.
Η έφιππη αποσχόληση ήταν έτοιμη για οποιαδήποτε κατάσταση κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ.
For large public events, the mounted detachment is often the most effective way to control the audience.
Για μεγάλες δημόσιες εκδηλώσεις, η έφιππη αποσχόληση είναι συχνά ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να ελέγξει το κοινό.
The officer praised the mounted detachment for their quick response to the emergency.
Η λέξη "mounted" προέρχεται από το παρελθόν του ρήματος "mount", που σημαίνει "ανεβαίνω" ή "τοποθετώ σε" και συνδέεται με τη χρήση αλόγων. Η λέξη "detachment" προέρχεται από το λατινικό "detachare", που σημαίνει "αποσπώ" ή "αποσυνδέω".
Συνώνυμα: - Cavalry unit (ιππικό τμήμα) - Mounted unit (έφιππο τμήμα)
Αντώνυμα: - Dismounted unit (πεζό τμήμα) - Foot patrol (πεζός περιπολία)