Ο όρος "mounting winch" είναι ουσιαστικό.
/mɑʊntɪŋ wɪnʧ/
Ο όρος "mounting winch" αναφέρεται σε ένα μηχανισμό ή συσκευή που χρησιμοποιείται για την ανύψωση ή την τοποθέτηση φορτίων. Συνήθως περιλαμβάνει έναν τροχό ή σύστημα γραναζιών που διευκολύνει την κίνηση και την τοποθέτηση του φορτίου. Χρησιμοποιείται κυρίως σε βιομηχανικά, κατασκευαστικά ή εργαστηριακά περιβάλλοντα.
Η χρήση του στον προφορικό λόγο είναι σχετικά λιγότερη, καθώς το αντικείμενο αναφέρεται συχνότερα σε τεχνικά ή ειδικά κείμενα και ευθύνες.
"Ο γερανός τοποθέτησης ήταν κρίσιμος για την ανύψωση της βαριάς μηχανής πάνω στο φορτηγό."
"He installed a new mounting winch in his garage for DIY projects."
"Εγκατέστησε έναν νέο γερανό τοποθέτησης στο γκαράζ του για έργα DIY."
"During the expedition, they relied on a mounting winch to transport equipment over rough terrain."
Ο όρος "mounting winch" δεν χρησιμοποιείται ιδιαίτερα σε ιδιωματικές εκφράσεις, όμως σχετικές φράσεις και εκφράσεις με το "winch" περιλαμβάνουν:
"Μια έμπειρη ομάδα θα το ανυψώσει με ασφάλεια."
"As easy as pulling a winch"
"Η χρήση του νέου εργαλείου ήταν τόσο εύκολη όσο το τράβηγμα ενός γερανού."
"Winching the load"
Η λέξη "winch" προέρχεται από τη μέση αγγλική λέξη wench, που σημαίνει "να σπρώχνω ή να περιστρέφω" και έχει γαλλικές ρίζες από τη λέξη guinche. Ο όρος "mounting" προέρχεται από το μεσαίο αγγλικό mounten, το οποίο σημαίνει "να ανέβω ή να τοποθετήσω".
Συνώνυμα: - Hoist - Crane - Lifter
Αντώνυμα: - Lowering device - Descent mechanism
Αυτή είναι η ολοκληρωμένη ανάλυση του όρου "mounting winch". Αν έχετε οποιαδήποτε άλλη ερώτηση, μη διστάσετε να ρωτήσετε!