Το "mud-scraper" είναι ουσιαστικό.
/ˈmʌdˌskreɪpər/
Το "mud-scraper" αναφέρεται σε ένα εργαλείο ή μηχάνημα που χρησιμοποιείται για την αφαίρεση λάσπης ή άλλων υπολειμμάτων από επιφάνειες. Χρησιμοποιείται συχνά σε κατασκευές ή καθαρισμούς. Είναι πιο συνηθισμένο στο γραπτό πλαίσιο, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στον προφορικό λόγο όταν αναφέρεται συγκεκριμένα σε διαδικασίες καθαρισμού.
Οι εργάτες χρησιμοποίησαν έναν ξέστρο λάσπης για να καθαρίσουν το εργοτάξιο.
A mud-scraper is essential for removing the mud from the tools after a long day of work.
Ένας ξέστρος λάσπης είναι απαραίτητος για την αφαίρεση της λάσπης από τα εργαλεία μετά από μια κουραστική μέρα εργασίας.
After the rain, the mud-scraper was necessary to clear the driveway.
Το "mud-scraper" δεν είναι κοινά χρησιμοποιούμενο σε ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, μπορεί να σχετίζεται με κάποιες εκφράσεις που συνδέονται με το καθάρισμα ή την αφαίρεση. Εδώ είναι μερικές προτάσεις που αντλούν από την έννοια του:
"Βάλε τα χέρια σου στη λάσπη και πιάσε τον ξέστρο λάσπης."
"Sometimes you need a mud-scraper to cut through the mess."
"Μερικές φορές χρειάζεσαι έναν ξέστρο λάσπης για να καθαρίσεις τη βρωμιά."
"A good mud-scraper can save you a lot of trouble in the long run."
Ο όρος "mud-scraper" προέρχεται από τη συνδυαστική χρήση της λέξης "mud" (λάσπη) και "scraper" (αποξεστήρας), υποδεικνύοντας τον σκοπό του εργαλείου.
Συνώνυμα: - mud remover (αφαιρετής λάσπης) - mud cleaner (καθαριστής λάσπης)
Αντώνυμα: - mud spreader (διασκορπιστής λάσπης) - mud maker (δημιουργός λάσπης)
Αυτή είναι η συνολική ανάλυση της λέξης "mud-scraper" στα Αγγλικά.