"Municipia" είναι ουσιαστικό.
/munɪˈsɪpiə/
Ο όρος "municipia" προέρχεται από τη Λατινική γλώσσα και αναφέρεται σε ένα διοικητικό ή αστικό κέντρο το οποίο έχει αυτονομία στην τοπική διοίκηση. Στη σύγχρονη αγγλική γλώσσα, χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά, αλλά μπορεί να αναφέρεται σε μέρη της τοπικής διακυβέρνησης ή καθώς και σε νομικούς όρους που σχετίζονται με την αυτοδιοίκηση.
Η συχνότητα χρήσης του είναι χαμηλή, κυρίως στο γραπτό κείμενο, ειδικά σε νομικά ή ακαδημαϊκά κείμενα. Στον προφορικό λόγο, η λέξη σπάνια χρησιμοποιείται.
Οι αρχαίοι Ρωμαίοι ίδρυσαν αρκετά δήμους σε όλη την αυτοκρατορία τους.
Each municipia had its own local governance and laws.
Ο όρος "municipia" χρησιμοποιείται σπάνια σε ιδιωματικές εκφράσεις στα Αγγλικά. Ωστόσο, μπορεί να συνδυαστεί με άλλους σχετικούς όρους που αφορούν τη διοίκηση και την τοπική αυτοδιοίκηση. Ορισμένες σχετικές εκφράσεις περιλαμβάνουν:
"Η δημοτική διακυβέρνηση παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της κοινότητας."
"Municipal services are essential for the well-being of the citizens."
Η λέξη "municipia" προέρχεται από τη λατινική λέξη "municipium", η οποία είναι σύνθεση των σκέψεων "munus" (χρέος, υποχρέωση) και "capere" (να κρατάς). Αναφέρεται σε πόλεις ή περιοχές όπου οι πολίτες είχαν υποχρέωση και ευθύνη για την τοπική διοίκηση.
Συνώνυμα: - Δήμος - Κοινότητα - Αυτοδιοίκηση
Αντώνυμα: - Ομοσπονδία - Κεντρική κυβέρνηση - Αποκέντρωση
Αυτή είναι η αναλυτική πληροφόρηση για τον όρο "municipia".