Η λέξη "muscadine" αναφέρεται σε ένα είδος σταφυλιού που είναι αυτόχθονες στις νότιες Ηνωμένες Πολιτείες. Τα σταφύλια αυτής της ποικιλίας συνήθως έχουν παχιά δέρματα και είναι γλυκά, συχνά χρησιμοποιούνται για την παρασκευή κρασιών και σαλατών. Η χρήση της λέξης στη γλώσσα των Αγγλικών είναι σχετικά περιορισμένη και συναντάται συχνότερα στον γραπτό λόγο, ιδιαίτερα σε πλαίσια που σχετίζονται με τη γεωργία, τη γαστρονομία και την οινοπαραγωγή.
Δεδομένου ότι η "muscadine" δεν είναι πολύ γνωστή εκτός του γεωργικού και οινοποιητικού τομέα, χρησιμοποιείται σπανιότερα στην καθημερινή ομιλία. Εμφανίζεται κυρίως σε κείμενα που σχετίζονται με την κουλτούρα και τη γεωργία των νότιων πολιτειών των ΗΠΑ.
Τα σταφύλια μυξυδίνης είναι ώριμα και έτοιμα για συγκομιδή αυτό το φθινόπωρο.
Many winemakers in the South specialize in muscadine wine.
Πολλοί οινοπαραγωγοί στο Νότο εξειδικεύονται στο κρασί μυξυδίνης.
She loves the sweet flavor of muscadine jelly on her toast.
Η λέξη "muscadine" δεν είναι πολύ συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο, μπορούμε να δούμε μερικές χρήσεις που σχετίζονται με την καλλιέργεια και την παραγωγή αυτού του τύπου σταφυλιού:
"Το να γευόμαστε λιχουδιές από μυξυδίνη είναι μια νότια παράδοση."
"Harvesting muscadine grapes takes careful planning and timing."
"Η συγκομιδή των σταφυλιών μυξυδίνης απαιτεί προσεκτικό σχεδιασμό και χρονοδιάγραμμα."
"The muscadine harvest festival draws crowds from all over the region."
"Το φεστιβάλ συγκομιδής μυξυδίνης προσελκύει πλήθη από όλη την περιοχή."
"Muscadine wine is celebrated for its unique flavor profile."
Η λέξη "muscadine" προέρχεται από τη γαλλική λέξη "muscadin", που είναι παραλλαγή του "musc", που σημαίνει "μύρο" ή "κέδρος" στα ελληνικά, αναφερόμενη στο χαρακτηριστικό άρωμα αυτών των σταφυλιών.
Southern grape
Αντώνυμα:
Η έννοια της "muscadine" σχετίζεται κυρίως με την πολιτιστική και γεωργική κληρονομιά των νότιων ΗΠΑ, που προσθέτει πλούτο στην τοπική γαστρονομία και παράδοση.