Η φράση "my mouth waters" αποτελείται από ρήμα ("waters") και αντωνυμία ("my").
/mɪ maʊθ ˈwɔːtərz/
Η φράση "my mouth waters" χρησιμοποιείται όταν ένα άτομο καταλαβαίνει ότι κάτι φαίνεται ή ακούγεται νόστιμο, προκαλώντας την επιθυμία να φάει. Συχνά χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις που περιγράφουν την απόλαυση φαγητού ή γεύσεων. Η φράση χρησιμοποιείται και στις προφορικές και γραπτές επικοινωνίες, αλλά είναι πιο κοινή στον προφορικό λόγο κατά την έκφραση ενθουσιασμού για φαγητό.
Όταν είδα την τούρτα, μου τρέχουν τα σάλια.
Every time I smell pizza, my mouth waters.
Κάθε φορά που μυρίζω πίτσα, μου τρέχουν τα σάλια.
The thought of ice cream on a hot day makes my mouth waters.
Η φράση "my mouth waters" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν κάποιες παραδείγματα:
Κάθε φορά που σκέφτομαι εκείνο το εστιατόριο, μου τρέχουν τα σάλια.
"Her cooking is so amazing that my mouth waters just thinking about it."
Το μαγείρεμα της είναι τόσο καταπληκτικό που μου τρέχουν τα σάλια μόνο που το σκέφτομαι.
"Seeing photos of gourmet food makes my mouth waters."
Το να βλέπω φωτογραφίες από γκουρμέ φαγητό με κάνει να τρέχουν τα σάλια.
"During the food festival, my mouth waters at the sight of all the delicious options."
Κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ φαγητού, μου τρέχουν τα σάλια με την θέα όλων των νόστιμων επιλογών.
"Advertising food can really make my mouth waters."
Η φράση "my mouth waters" προέρχεται από την Αγγλική γλώσσα και περιγράφει τον φυσικό μηχανισμό του σώματος όπου το σάλιο παράγεται λόγω των ερεθισμάτων που σχετίζονται με το φαγητό. Η χρήση του ρήματος "water" ως μεταφορική αναφορά στην παραγωγή σάλιου είναι συνήθης.
Συνώνυμα: - "My mouth is watering" - "I am salivating"
Αντώνυμα: - "I have no appetite" - "I'm not hungry"