Η φράση "my own self" λειτουργεί ως ένα ονοματικό φράση (noun phrase).
/məɪ oʊn sɛlf/
Η φράση "my own self" χρησιμοποιείται για να αναφερθεί στον εαυτό του ομιλητή με μια ένδειξη αυτονομίας ή προσωπικότητας. Συνήθως υποδηλώνει ότι κάποιος μιλά για τον εαυτό του, με έμφαση στην ατομικότητα ή την ταυτότητα. Αυτή η φράση μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο, αλλά κυρίως σε συναισθηματικά ή ενδοσκοπικά πλαίσια.
Πρέπει να βρω τον εαυτό μου σε αυτόν τον χαοτικό κόσμο.
Embracing my own self has been a journey of self-discovery.
Η αποδοχή του εαυτού μου υπήρξε μια διαδικασία αυτογνωσίας.
Sometimes, I forget to take care of my own self.
Η φράση "my own self" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις και προτάσεις:
Να είμαι πιστός στον εαυτό μου είναι το πιο σημαντικό πράγμα.
She reminded me to always love my own self first.
Μου υπενθύμισε να αγαπώ πάντα πρώτα τον εαυτό μου.
Finding peace with my own self helps me deal with stress.
Η εύρεση της ειρήνης με τον εαυτό μου με βοηθά να διαχειρίζομαι το άγχος.
I can’t let anyone else define my own self.
Δεν μπορώ να αφήσω κανέναν άλλο να προσδιορίσει τον εαυτό μου.
Taking time for my own self is essential for my well-being.
Η λέξη "self" προέρχεται από την παλαιά αγγλική "seolfa" και αναφέρεται στην έννοια της ατομικότητας. Η λέξη "my" είναι το προσωπικό αντωνυμικό επίθετο που σημαίνει "δικός μου", προερχόμενη από το παλαιότερο αγγλικό "min".
Συνώνυμα: - myself - my identity
Αντώνυμα: - someone else (κάποιος άλλος) - other person (άλλος άνθρωπος)