Ουσιαστικό
/maɪˈsiːliəl ˈfʌŋɡəs/
Ο όρος "mycelial fungus" αναφέρεται στα μύκητα που σχηματίζουν ένα δίκτυο από μυκήλιο, το οποίο είναι το υπόγειο τμήμα του μύκητα που αποτελείται από λεπτές ίνες. Αυτοί οι μύκητες είναι σημαντικοί για την οικολογία καθώς συμμετέχουν στην αποσύνθεση οργανικής ύλης και μπορεί να είναι και παθογόνοι για φυτά. Χρησιμοποιούνται συχνά σε επιστημονικές και περιβαλλοντικές συζητήσεις, καθώς και σε συζητήσεις που αφορούν την γεωργία και τη βιοτεχνολογία.
Η χρήση του "mycelial fungus" είναι πιο συχνή στο γραπτό λόγο, ειδικά σε επιστημονικά κείμενα, άρθρα και έρευνες.
Ο μυκήλιος μύκητας παίζει κρίσιμο ρόλο στον κύκλο θρεπτικών συστατικών εντός των οικοσυστημάτων.
Researchers are studying mycelial fungus for its potential medicinal benefits.
Οι ερευνητές μελετούν τον μυκήλιο μύκητα για τα πιθανά φαρμακευτικά του οφέλη.
The mycelial fungus can be found in both soil and decaying matter.
Ο όρος "mycelial fungus" μπορεί να μην έχει πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές χρήσεις, αλλά σχετίζεται με έννοιες που σχετίζονται με το περιβάλλον και τη βιωσιμότητα. Ακολουθούν κάποιες σχετικές προτάσεις:
Ο μυκήλιος μύκητας είναι η ραχοκοκαλιά των δασικών οικοσυστημάτων.
Without mycelial fungus, many plants would struggle to survive.
Χωρίς τον μυκήλιο μύκητα, πολλές φυτά θα δυσκολεύονταν να επιβιώσουν.
Many sustainable farming practices incorporate mycelial fungus for soil health.
Πολλές βιώσιμες γεωργικές πρακτικές ενσωματώνουν τον μυκήλιο μύκητα για την υγεία του εδάφους.
The discovery of mycelial fungus in urban gardens is a sign of healthy soil.
Ο όρος "mycelial" προέρχεται από την ελληνική λέξη "μύκης" που σημαίνει μύκητας, και η λέξη "fungus" είναι λατινική, προερχόμενη από τη λέξη "fungus", η οποία επίσης σημαίνει μύκης.
Συνώνυμα: - Μύκητας - Μυκήλιο
Αντώνυμα: - Υγιές έδαφος (σε σχέση με την αποσύνθεση) - Φυτική ζωή (σε σχέση με την καταστροφή από παθογόνους μύκητες)