myelotoxicity - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

myelotoxicity (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μεταγραφή

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η μυελοτοξικότητα αναφέρεται στη δηλητηριώδη επίδραση που έχει μια ουσία στον μυελό των οστών, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την παραγωγή των κυττάρων του αίματος. Οι ουσίες που προκαλούν μυελοτοξικότητα περιλαμβάνουν ορισμένα φάρμακα (κυρίως χημειοθεραπευτικά). Στη γλώσσα των Αγγλικών, η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικά και φαρμακευτικά πλαίσια.

Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι πιο συχνή στο γραπτό πλαίσιο, ενδεχομένως σε ιατρικές μελέτες ή αναφορές.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. Myelotoxicity can lead to severe complications in cancer treatment.
  2. Η μυελοτοξικότητα μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές στη θεραπεία του καρκίνου.

  3. Doctors must monitor patients for signs of myelotoxicity when administering chemotherapy.

  4. Οι γιατροί πρέπει να παρακολουθούν τους ασθενείς για σημεία μυελοτοξικότητας κατά την χορήγηση χημειοθεραπείας.

  5. Understanding myelotoxicity is crucial for developing safer medications.

  6. Η κατανόηση της μυελοτοξικότητας είναι κρίσιμη για την ανάπτυξη ασφαλέστερων φαρμάκων.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "myelotoxicity" δεν είναι μια κοινή λέξη για ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να αναφερθεί σε γνωστά ιατρικά ή φαρμακευτικά πλαίσια.

  1. "The risk of myelotoxicity should be addressed before starting any new treatment."
  2. "Ο κίνδυνος μυελοτοξικότητας θα πρέπει να αντιμετωπιστεί πριν να ξεκινήσει οποιαδήποτε νέα θεραπεία."

  3. "Increased awareness of myelotoxicity can improve patient outcomes."

  4. "Η αυξημένη ευαισθητοποίηση για τη μυελοτοξικότητα μπορεί να βελτιώσει τα αποτελέσματα των ασθενών."

  5. "Research on myelotoxicity is essential for the safety of chemotherapy regimens."

  6. "Η έρευνα για τη μυελοτοξικότητα είναι βασική για την ασφάλεια των χημειοθεραπευτικών σχεδίων."

Ετυμολογία

Η λέξη προέρχεται από τα ελληνικά "μυελός" (myelos, που σημαίνει "μυελός των οστών") και "τοξικότητα" (toxicity, από το "τοξικόν", που σημαίνει "δηλητηριώδης").

Συνώνυμα και Αντώνυμα



25-07-2024