Το "mythically" είναι ένα επιδόρμιο.
Φωνητική μεταγραφή: /ˈmɪθ.ɪ.kli/
Η λέξη "mythically" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που σχετίζεται με μύθους ή θρύλους. Χρησιμοποιείται συχνά σε προφορικό και γραπτό λόγο, αν και μπορεί να εμφανιστεί πιο συχνά σε λογοτεχνικό και αφηγηματικό περιβάλλον, καθώς περιλαμβάνει στοιχεία φαντασίας και υπερβολής.
Ο ήρωας ήταν μυθικά δυνατός και μπορούσε να νικήσει οποιονδήποτε εχθρό.
In ancient tales, gods were mythically portrayed as powerful and vengeful.
Στους αρχαίους μύθους, οι θεοί απεικονίζονταν μυθικά ως ισχυροί και εκδικητικοί.
The place was described mythically, as if it were a land of endless wonders.
Η λέξη "mythically" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε φράσεις που αγγίζουν την έννοια του μύθου ή της φαντασίας. Ακολουθούν μερικά παραδείγματα:
Έγινε μυθικά διάσημος μετά την κυκλοφορία της ταινίας.
The story was told mythically, captivating all who listened.
Η ιστορία ειπώθηκε μυθικά, μαγευοντας όλους όσοι άκουσαν.
They lived mythically, as if their lives were a grand adventure.
Έζησαν μυθικά, σαν οι ζωές τους να ήταν μια μεγάλη περιπέτεια.
Legend had it that she was mythically beautiful beyond compare.
Ο θρύλος έλεγε ότι ήταν μυθικά όμορφη, χωρίς σύγκριση.
The ancient city was narrated mythically, filled with wonders and challenges.
Η λέξη "mythically" προέρχεται από τη λέξη "myth" (μύθος) που έχει τις ρίζες της στην ελληνική λέξη "μύθος" (mythos). Συνδέεται με τις αφηγήσεις και τους θρύλους που περιλαμβάνουν θεούς, ήρωες και μυστικιστικά στοιχεία. Το επίθημα "-ically" υποδηλώνει τη σύνδεση με κάποιο χαρακτηριστικό ή τις παρενέργειές του.
Συνώνυμα: - θρυλικά - παραμυθένια - μυθολογικά
Αντώνυμα: - πραγματικά - ρεαλιστικά - χειροπιαστά