numerous following (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Μέρος του λόγου
Το "numerous" είναι επίθετο, ενώ το "following" μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε ως επίθετο είτε ως ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή
numerous: /ˈnjuː.mə.rəs/
following: /ˈfɒl.oʊ.ɪŋ/
Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό
numerous: πολυάριθμος, πολλές, πλήθος.
following: επόμενο, ακολουθώντας, οι ακόλουθοι.
Σημασία της λέξης
numerous: Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει ότι υπάρχει μεγάλος αριθμός από κάτι. Είναι πιο συνηθισμένο στο γραπτό λόγο και συχνά χρησιμοποιείται σε ποσοτικές περιγραφές.
following: Αναφέρεται σε κάτι που έρχεται μετά από κάτι άλλο είτε χρονικά είτε λογικά. Χρησιμοποιείται και στον προφορικό και στο γραπτό λόγο.
Δοκιμαστικές προτάσεις
There were numerous following requests for more information.
Υπήρξαν πολυάριθμες αιτήσεις για περισσότερες πληροφορίες.
The numerous following results show a clear trend.
Τα πολυάριθμα επόμενα αποτελέσματα δείχνουν μια καθαρή τάση.
Numerous following studies support this theory.
Πολλές μελλοντικές μελέτες υποστηρίζουν αυτήν τη θεωρία.
Ιδιωματικές εκφράσεις
Numerous following events will take place next month.
Πολυάριθμα γεγονότα θα λάβουν χώρα τον επόμενο μήνα.
She received numerous following comments on her post.
Έλαβε πολυάριθμα σχόλια για την ανάρτησή της.
The numerous following challenges were tackled with hard work.
Οι πολυάριθμες προκλήσεις που ακολούθησαν αντιμετωπίστηκαν με σκληρή δουλειά.
Ετυμολογία της λέξης
Numerous: Προέρχεται από το λατινικό "numerosus", που σημαίνει "πολύ" ή "πολυάριθμος".
Following: Προέρχεται από το παλαιάς αγγλικής "follieng", που συνδέεται με τη λέξη "follow" (ακολουθώ).
Συνώνυμα και Αντώνυμα
Numerous:
Συνώνυμα: many, countless, multiple.
Αντώνυμα: few, scarce, limited.
Following:
Συνώνυμα: subsequent, next, later.
Αντώνυμα: preceding, prior, earlier.
Αυτές οι πληροφορίες καλύπτουν πλήρως την έννοια του συνδυασμού "numerous following".