Η φράση "occupational arthritis" λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/ˈɒkjʊˌpeɪʃənəl ɑːrˈθraɪtɪs/
Η "occupational arthritis" αναφέρεται σε φλεγμονώδεις καταστάσεις των αρθρώσεων που προκαλούνται από επαγγελματικούς παράγοντες, όπως η επαναλαμβανόμενη καταπόνηση ή η παρατεταμένη έκθεση σε βλαπτικές συνθήκες κατά την εργασία. Συνήθως χρησιμοποιείται στο πεδίο της ιατρικής και της εργασιακής ασφάλειας. Η χρήση αυτής της φράσης ενδέχεται να είναι πιο συχνή σε γραπτό λόγο, ιδίως σε ιατρικά ή επαγγελματικά κείμενα, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε προφορικές συζητήσεις όταν συζητούνται θέματα υγείας που σχετίζονται με την εργασία.
Η επαγγελματική αρθρίτιδα μπορεί να αναπτυχθεί σε εργαζομένους που εκτελούν επαναλαμβανόμενες εργασίες.
Many studies have linked occupational arthritis to specific industries.
Δεν υπάρχουν πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις που να περιλαμβάνουν τη φράση "occupational arthritis", ωστόσο, η φράση αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορα συμφραζόμενα σχετιζόμενα με την εργασία, την υγεία και την ευημερία. Ακολουθούν μερικές φράσεις που την περιλαμβάνουν:
Οι εργαζόμενοι πρέπει να λαμβάνουν προφυλάξεις για να προλάβουν την επαγγελματική αρθρίτιδα.
"Therapies for occupational arthritis can improve quality of life."
Οι θεραπείες για την επαγγελματική αρθρίτιδα μπορούν να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής.
"Occupational arthritis is increasingly recognized as a workplace hazard."
Η λέξη "occupational" προέρχεται από τη λατινική λέξη "occupatio", που σημαίνει "κατάληψη" ή "εργασία". Η λέξη "arthritis" προέρχεται από τα ελληνικά "arthron" (άρθρωση) και "itis" (φλεγμονή).
Συνώνυμα: - εργασία που σχετίζεται με αρθρίτιδα - αρθρίτιδα λόγω επαγγελματικών παραγόντων
Αντώνυμα: - μη επαγγελματική αρθρίτιδα - αρθρίτιδα που δεν σχετίζεται με την εργασία