of no value - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

of no value (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η φράση «of no value» χρησιμοποιείται ως επίθετο και μπορεί να λειτουργήσει ως όρος για να περιγράψει κάτι που δεν έχει αξία.

Φωνητική μεταγραφή

/ʌv noʊ ˈvæljuː/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση στη γλώσσα Αγγλικά

Η φράση «of no value» σημαίνει ότι κάτι δεν έχει καμία αξία ή σημασία. Χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτό και προφορικό λόγο, αν και ενδέχεται να είναι πιο συχνή σε επίσημα ή νομικά κείμενα. Ορισμένες φορές χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάτι είναι άχρηστο ή δεν συνεισφέρει τίποτα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. The report was deemed of no value by the committee.
  2. Η έκθεση θεωρήθηκε χωρίς αξία από την επιτροπή.

  3. Many items were left behind that were of no value.

  4. Πολλά αντικείμενα αφέθηκαν πίσω που δεν είχαν αξία.

  5. Her comments were of no value during the discussion.

  6. Τα σχόλιά της δεν είχαν αξία κατά τη διάρκεια της συζήτησης.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση «of no value» μπορεί να ενσωματωθεί σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα με μετάφραση:

  1. "His opinion was of no value to the final decision."
  2. Η γνώμη του δεν είχε αξία για την τελική απόφαση.

  3. "Don't waste time on ideas that are of no value."

  4. Μην σπαταλάς χρόνο σε ιδέες που είναι χωρίς αξία.

  5. "The evidence presented was of no value in court."

  6. Τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν ήταν χωρίς αξία στο δικαστήριο.

  7. "Training that is of no value should be discarded."

  8. Η εκπαίδευση που είναι χωρίς αξία θα πρέπει να απορριφθεί.

  9. "Investing in stocks that are of no value can lead to losses."

  10. Η επένδυση σε μετοχές που είναι χωρίς αξία μπορεί να οδηγήσει σε απώλειες.

  11. "She realized that collecting those items was of no value to her."

  12. Συνειδητοποίησε ότι η συλλογή αυτών των αντικειμένων ήταν χωρίς αξία για αυτήν.

Ετυμολογία

Η φράση «of no value» προέρχεται από τη συνένωση της προθέσεως «of», η οποία δείχνει την ιδιοκτησία ή τη σχέση, με την αρνητική λέξη «no» και την ουσιαστική λέξη «value», που προέρχεται από την αρχαία γαλλική λέξη valeur και την λατινική valor.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - worthless (άχρηστος) - useless (άχρηστος) - insignificant (ασήμαντος)

Αντώνυμα: - valuable (πολύτιμος) - significant (σημαντικός) - meaningful (σημαντικός)



25-07-2024