"off-system" είναι ένα επίθετο (adjective) που χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που δεν είναι ενταγμένο ή δεσμευμένο σε κάποιο σύστημα.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "off-system" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /ɔf ˈsɪstəm/.
Η λέξη "off-system" χρησιμοποιείται για να περιγράψει στοιχεία ή λειτουργίες που δεν σχετίζονται ή δεν ελέγχονται από ένα συγκεκριμένο σύστημα. Είναι κοινώς χρησιμοποιούμενη σε τεχνικά και διοικητικά συμφραζόμενα, και η συχνότητά της είναι μεγαλύτερη στο γραπτό πλαίσιο, όπως σε έγγραφα ή τεχνικές αναφορές, παρά στον προφορικό λόγο.
Τα δεδομένα που συλλέγηκαν ήταν εκτός συστήματος, πράγμα που σημαίνει ότι δεν ήταν ενσωματωμένα στη κύρια βάση δεδομένων.
We need to manage off-system transactions carefully to avoid discrepancies.
Η λέξη "off-system" δεν έχει πολλούς ιδιωματικούς συνδυασμούς, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες συγκεκριμένες εκφράσεις, ιδιαίτερα σε τεχνικά και επαγγελματικά συμφραζόμενα.
Η διεξαγωγή ανάλυσης εκτός συστήματος μπορεί να αποκαλύψει γνώσεις που δεν καταγράφονται από τις τυπικές διαδικασίες.
"Off-system solutions are often more flexible than those within constraints of existing frameworks."
Οι μη ενταγμένες λύσεις είναι συχνά πιο ευέλικτες από εκείνες εντός των περιορισμών των υπαρχουσών πλαισίων.
"Implementing off-system strategies could enhance our capability to adapt to market changes."
Η λέξη "off-system" προέρχεται από τον συνδυασμό της πρόθεσης "off", που σημαίνει "εκτός" ή "μακριά", και της λέξης "system", που αναφέρεται σε ένα σύνολο οργανωμένων στοιχείων ή διαδικασιών.
Συνώνυμα: - μη ενταγμένο - εκτός πλαισίου - ανεξάρτητο
Αντώνυμα: - ενταγμένο - συστηματικό - οργανωμένο