oil supplying - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

oil supplying (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Το "oil supplying" είναι μια φράση που συνδυάζει ένα ουσιαστικό ("oil") και ένα μετοχή/ρήμα ("supplying"). Στο σύνολό της χρησιμοποιείται ως φράση για να περιγράψει την πράξη της παροχής πετρελαίου.

Φωνητική Μεταγραφή

/ɔɪl səˈplaɪɪŋ/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της Λέξης

Η φράση "oil supplying" αναφέρεται στην διαδικασία ή την πράξη της παροχής πετρελαίου, συχνά από παραγωγούς ή προμηθευτές σε καταναλωτές ή βιομηχανίες. Χρησιμοποιείται συχνά σε οικονομικά και εμπορικά συμφραζόμενα, ιδιαίτερα συνδεδεμένη με τη βιομηχανία ενέργειας και την προμήθεια καυσίμων. Η συχνότητα χρήσης της φράσης είναι υψηλή σε γραπτές αναφορές, τεχνικά κείμενα και επιχειρηματικά έγγραφα, αν και εμφανίζεται και στον προφορικό λόγο, κυρίως σε επαγγελματικά περιβάλλοντα.

Παραδείγματα Προτάσεων

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η φράση "oil supplying" μπορεί να μην είναι ευρέως διαδεδομένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά η έννοιά της σχετίζεται με διάφορες φράσεις σχετικές με την ενέργεια και την οικονομία. Ωστόσο, παρακάτω παρατίθενται κάποιες σχετικές φράσεις και προτάσεις:

Ετυμολογία της Λέξης

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Fuel distribution - Energy sourcing

Αντώνυμα: - Fuel depletion - Energy scarcity

Αυτή η ανάλυση της φράσης "oil supplying" αντικατοπτρίζει τη σημασία και την χρήση της σε διάφορα συμφραζόμενα, αποκαλύπτοντας τη ζήτηση και την οικονομική της επίδραση.



25-07-2024