Ουσιαστικό
/ˌɒm.fə.loʊˈfliː.baɪ.tɪs/
Η λέξη "omphalophlebitis" αναφέρεται σε μια φλεγμονώδη κατάσταση που επηρεάζει τις φλέβες του ομφαλού, συνήθως μετά από λοίμωξη ή τραυματισμό. Η κατάσταση είναι κυρίως κοινή στα νεογνά, όπου η σωστή περιποίηση του ομφαλού είναι κρίσιμη για την πρόληψη λοιμώξεων. Στην αγγλική γλώσσα, χρησιμοποιείται σε ιατρικά ή βιοϊατρικά κείμενα και συναντάται κυρίως στο γραπτό πλαίσιο.
Το νεογέννητο διαγνώστηκε με ομφαλοφλεβίτιδα μετά την εμφάνιση ερυθρότητας γύρω από την περιοχή του ομφαλού.
Proper care of the umbilical stump can prevent complications such as omphalophlebitis.
Η σωστή φροντίδα του ομφαλοπλακούντα μπορεί να αποτρέψει επιπλοκές όπως η ομφαλοφλεβίτιδα.
Omphalophlebitis can lead to serious infections if not treated adequately.
Η λέξη "omphalophlebitis" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις λόγω της ιατρικής της φύσης. Ωστόσο, σε επιστημονικά και ιατρικά κείμενα σχετικές φράσεις μπορεί να προκύψουν, όπως:
Η άμεση θεραπεία της ομφαλοφλεβίτιδας είναι απαραίτητη για να αποφευχθούν σοβαρές επιπλοκές.
Healthcare providers should be aware of the signs of omphalophlebitis in newborns.
Οι παρόχοι υγειονομικής περίθαλψης θα πρέπει να είναι ενήμεροι για τα σημάδια της ομφαλοφλεβίτιδας στα νεογνά.
Parents are advised to monitor any changes around the umbilical cord to catch omphalophlebitis early.
Η λέξη "omphalophlebitis" προέρχεται από τα ελληνικά: - "omphalos" (ομφαλός) που σημαίνει "ομφαλός" - "phlebitis" που σημαίνει "φλεβίτιδα".
Συνώνυμα: - Umbilical phlebitis
Αντώνυμα: - Δεν υπάρχουν σαφή αντώνυμα για ιατρικούς όρους όπως η ομφαλοφλεβίτιδα, καθώς η κατάσταση περιγράφει μια συγκεκριμένη φλεγμονώδη διαδικασία.