Η φράση "once (and) for all" λειτουργεί ως ρηματική έκφραση.
/ˈwʌns ənd fɔr ɔl/
Η φράση "once (and) for all" χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάτι γίνεται οριστικά και αναμφισβήτητα, χωρίς να χρειάζεται επαναλαμβανόμενη αναφορά ή δράση. Συνήθως χρησιμοποιείται όταν κάποιος θέλει να εκφράσει ότι μια απόφαση ή λύση είναι τελική.
Η φράση χρησιμοποιείται συχνά σε προφορικό και γραπτό λόγο, ειδικά σε καταστάσεις όπου απαιτείται έμφαση στην οριστικότητα. Θεωρείται πιο ρητορική και χρησιμοποιείται λιγότερο στην καθημερινή συνομιλία.
"We need to settle this issue once and for all."
"Πρέπει να λύσουμε αυτό το ζήτημα μια και καλή."
"She decided to quit her job once and for all."
"Αποφάσισε να παραιτηθεί από τη δουλειά της οριστικά."
"Let’s make this decision once and for all, so we can move on."
"Ας πάρουμε αυτή την απόφαση μια και καλή, ώστε να προχωρήσουμε."
Η φράση "once (and) for all" χρησιμοποιείται ευρέως σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που μεταφέρουν το νόημα της οριστικότητας και της σοβαρότητας.
"It's time to address the problem once and for all."
"Είναι καιρός να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα μια και καλή."
"I want to clarify my position once and for all."
"Θέλω να διευκρινίσω τη θέση μου οριστικά."
"This decision will settle all our issues once and for all."
"Αυτή η απόφαση θα λύσει όλα μας τα ζητήματα μια και καλή."
"We hope this meeting will resolve our differences once and for all."
"Ελπίζουμε ότι αυτή η συνάντηση θα διευθετήσει τις διαφορές μας οριστικά."
"He finally apologized once and for all."
"Αυτός τελικά ζήτησε συγγνώμη οριστικά."
"Let’s get this straightened out once and for all."
"Ας το ξεκαθαρίσουμε μια και καλή."
Η έκφραση προέρχεται από τη σύνθεση της λέξης "once", που σημαίνει "μια φορά", και του "for all", που σημαίνει "για όλους" ή "μία για πάντα". Η χρήση της συγκεκριμένης φράσης καταδεικνύει την έννοια της μίας και οριστικής πράξης ή απόφασης.
Συνώνυμα: - definitively (οριστικά) - conclusively (καταληκτικά)
Αντώνυμα: - repeatedly (επανειλημμένα) - intermittently (διαλείπουσα)