oncer - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

oncer (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Once είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/ˈwʌn.sɚ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "once" σημαίνει μία μόνο φορά, μία επανάληψη χρόνου. Χρησιμοποιείται συχνά για να δηλώσει ότι κάτι συνέβη μία φορά στο παρελθόν ή για να περιγράψει μια κατάσταση ή γεγονός που αναμένεται να συμβεί μία φορά. Είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο αλλά απαντάται και σε γραπτό πλαίσιο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. I visited Paris once last year.
    (Επισκέφτηκα το Παρίσι μία φορά πέρυσι.)

  2. She told me once that she loved to travel.
    (Μου είχε πει μία φορά ότι της άρεσε να ταξιδεύει.)

  3. Once you finish your homework, you can go out.
    (Μόλις τελειώσεις τις εργασίες σου, μπορείς να βγεις έξω.)

Χρήση σε Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "once" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, οι οποίες ενδέχεται να μην μεταφράζονται κυριολεκτικά.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "once" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "ānce," η οποία είναι μία σύνθεση του "ān" που σημαίνει "ένα" και του επιθέτου "ce," το οποίο χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον χρόνο.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - a single time - one time

Αντώνυμα: - repeatedly - frequently



25-07-2024