Onyx είναι ουσιαστικό.
/ˈɒn.ɪks/
Όνυξ, Ονυξ
Ο όρος "onyx" αναφέρεται σε ένα ορυκτό που ανήκει στην οικογένεια των καπνιακών και των πυριτικών πετρωμάτων. Το όνυξ είναι γνωστό για τις εναλλάξ σκούρες και ανοιχτές λωρίδες του και χρησιμοποιείται συχνά στην κοσμηματογραφία και τη γλυπτική. Στην αγγλική γλώσσα, η λέξη χρησιμοποιείται πιο συχνά σε γραπτά κείμενα, όπως βιβλία και άρθρα που σχετίζονται με γεωλογία, κοσμήματα και διακόσμηση. Η χρήση της είναι λιγότερο συνηθισμένη στον προφορικό λόγο.
Το κοσμηματοπωλείο παρουσίασε ένα όμορφο δαχτυλίδι από όνυξ.
She decided to buy an onyx pendant for her collection.
Αποφάσισε να αγοράσει ένα κρεμαστό από όνυξ για τη συλλογή της.
The ancient Egyptians often used onyx for their adornments.
Η λέξη "onyx" δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, μπορεί να συνδεθεί με κάποιες φράσεις που σχετίζονται με κοσμήματα και την ομορφιά. Ακολουθούν μερικές προτάσεις:
"Έχει μια καρδιά από όνυξ" - Αυτό σημαίνει ότι έχει μια σκληρή αλλά ίσως ψυχρή φύση.
"His onyx eyes reflected his deep emotions."
"Τα όνυξ μάτια του αντανάκλυσαν τα βαθιά συναισθήματά του."
"The artist carved the statue out of onyx, giving it a timeless beauty."
"Ο καλλιτέχνης λάξευσε το άγαλμα από όνυξ, δίνοντάς του μια διαχρονική ομορφιά."
"Wearing an onyx necklace made her feel powerful."
Η λέξη "onyx" προέρχεται από τη λατινική λέξη "onyx", που με τη σειρά της έχει ρίζες στην ελληνική λέξη "ὄνυξ" (onyx), που σημαίνει "νύχι" ή "νύχια". Η ονομασία αναφέρεται στην εμφάνιση των χαρακτηριστικών στρωμάτων του πετρώματος.
Συνώνυμα: - Agate (αχάτης) - Jet (γάργαρα)
Αντώνυμα: - None specific (δεν υπάρχουν συγκεκριμένα αντώνυμα, καθώς το όνυξ είναι συγκεκριμένο ορυκτό)