Ρήμα
/əˈpɜːrkjʊleɪt/
Η λέξη "operculate" χρησιμοποιείται στη βιολογία και τη γεωλογία για να περιγράψει κάτι που είναι καλυμμένο ή σκεπασμένο, συνήθως αναφερόμενη σε όργανα ή τμήματα που εκπληρώνουν συγκεκριμένες λειτουργίες. Είναι παρών πιο συχνά σε γραπτό κείμενο, ειδικά σε επιστημονικά κείμενα, και είναι λιγότερο κοινή στον προφορικό λόγο.
Το σκεπαστό κέλυφος του μαλάκιου προστατεύει το μαλακό του σώμα.
The operculate covers help in keeping the reproductive structures safe.
Η λέξη "operculate" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, όμως μπορεί να υπάρχει σε ειδικά λεξιλόγια αναφορικά με τη φύση ή τη βιολογία. Ορισμένες προτάσεις που δείχνουν τη χρήση της:
Η σκεπαστή δομή του λουλουδιού εξασφαλίζει αποτελεσματική επικονίαση.
In aquatic ecosystems, operculate gills are essential for respiration.
Σε υδάτινα οικοσυστήματα, οι σκεπαστές βράγχοι είναι απαραίτητοι για την αναπνοή.
Various operculate species thrive in moist environments.
Η λέξη "operculate" προέρχεται από το λατινικό "operculum," που σημαίνει "καπάκι" ή "σκεπάκι". Αυτή η ετυμολογία αναφέρει την έννοια του καλύμματος ή της προστασίας.