Το "ophicalcite" λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/ˈɒfɪkəlˌsaɪt/
Η λέξη "ophicalcite" δεν έχει παράλληλη σημασία στην ελληνική γλώσσα καθώς αναφέρεται σε έναν ειδικό τύπο πετρώματος, επομένως δεν υπάρχει άμεση μετάφραση.
Το "ophicalcite" είναι μια ζωντανή ηφαιστειακή ροή που περιέχει μικρές ποσότητες σιδηρούχων και μαγνησιούχων ορυκτών. Χαρακτηρίζεται από φυσικές ιδιότητες που μπορεί να είναι χρήσιμες σε γεωλογικές και μεταλλευτικές εφαρμογές.
Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά κείμενα και περιβάλλοντα, συνεπώς η χρήση της είναι υψηλότερη στο γραπτό από ότι στον προφορικό λόγο.
Ο γεωλόγος ανακάλυψε οφικαλσίτη στην ηφαιστειακή περιοχή.
"Ophicalcite is a key component for the study of volcanic activity."
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η λέξη "ophicalcite" δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις στη γλώσσα Αγγλικά, διότι είναι μια τεχνική γεωλογική ορολογία. Ωστόσο, σε περιβάλλοντα γεωλογίας μπορεί να την βρείτε σε προτάσεις όπως:
Η μελέτη του οφικαλσίτη μας βοηθά να κατανοήσουμε τις παλαιές ηφαιστειακές εκρήξεις.
"Ophicalcite deposits can indicate significant geological activity."
Οι αποθέσεις οφικαλσίτη μπορεί να υποδεικνύουν σημαντική γεωλογική δραστηριότητα.
"The presence of ophicalcite often suggests a complex volcanic history."
Η λέξη "ophicalcite" προέρχεται από τον ελληνικό όρο "οφιόλη" (ophiolite) που αναφέρεται σε ένα σύνολο πετρωμάτων που περιλαμβάνει γ місθες, αργίλους, και άλλα ορυκτά.
Συνώνυμα: - Volcanic rock (ηφαιστειακό πέτρα) - Basalt (βασάλτης)
Αντώνυμα: - Sedimentary rock (ιζηματογενές πέτρα) - Metamorphic rock (μεταμορφωμένο πέτρα)