Όρος: ουσιαστικό
Διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA): /ˌɒf.θæl.məʊˈdɪn.i.ə/
Η λέξη "ophthalmodynia" αναφέρεται σε πόνο που σχετίζεται με τα μάτια. Χρησιμοποιείται κυρίως στο πλαίσιο ιατρικής ορολογίας για να περιγράψει δυσφορία ή πόνο στην περιοχή των ματιών. Αν και δεν είναι μια συχνά χρησιμοποιούμενη λέξη στην καθημερινή ομιλία, μπορεί να εμφανιστεί σε ιατρικά κείμενα ή διαλόγους.
Η χρήση της λέξης είναι περιορισμένη, κυρίως στον τομέα της ιατρικής και της οφθαλμολογίας. Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο, όπως επιστημονικά άρθρα, παρά στον προφορικό λόγο.
"Ο ασθενής παραπονέθηκε για οφθαλμοδυνία μετά την εγχείρηση."
"Ophthalmodynia can be a symptom of several underlying conditions."
"Η οφθαλμοδυνία μπορεί να είναι σύμπτωμα αρκετών υποκείμενων καταστάσεων."
"Treatment for ophthalmodynia often involves pain management."
Η λέξη "ophthalmodynia" δεν είναι ιδιαίτερα κοινώς χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις. Όμως, σε ιατρικά κείμενα μπορούν να σχηματισθούν προτάσεις που το περιλαμβάνουν, όπως:
"Η αναγνώριση της αιτίας της οφθαλμοδυνίας είναι κρίσιμη για την σωστή θεραπεία."
"Ophthalmodynia frequently requires interdisciplinary consultation."
"Η οφθαλμοδυνία συχνά απαιτεί διασυνοριακή διαβούλευση."
"Chronic ophthalmodynia can lead to psychological stress."
Η λέξη "ophthalmodynia" προέρχεται από τα ελληνικά "ὀφθαλμός" (ophthalmos) που σημαίνει "μάτι" και "δυναμία" (dynamis) που αναφέρεται σε "δύναμη" ή "πόνο". Συνεπώς, η έννοιά της προκύπτει από την σύζευξη του πόνου στα μάτια.
Συνώνυμα: - Οφθαλμική δυσφορία - Ίσως αναγνωρίσουμε και "πόνος ματιών" στην πιο γενική του μορφή.
Αντώνυμα: - Άνεση στα μάτια - Ευχάριστη αίσθηση στα μάτια
Η "οφθαλμοδυνία" είναι μια εξειδικευμένη ιατρική αναφορά στον πόνο που σχετίζεται με τα μάτια και είναι σημαντική για διαγνωστικούς σκοπούς.