Ο "opposition camp" είναι μια σύνθετη φράση που λειτουργεί ως όνομα (noun phrase).
/ˌɒpəˈzɪʃən kæmp/
Η φράση "opposition camp" αναφέρεται συνήθως σε μια ομάδα ή ένα σύνολο ατόμων, φορέων ή οργανώσεων που αντιτίθενται σε μια συγκεκριμένη πολιτική, στρατηγική ή πρωτοβουλία. Χρησιμοποιείται κυρίως σε πολιτικά πλαίσια για να περιγράψει την αντίσταση ή δυσκολία που προέρχεται από μια εναλλακτική ή αντιφρονούντα ομάδα. Η χρήση της στη γλώσσα είναι πιο συχνή σε γραπτά και πολιτικά κείμενα, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και στην προφορική ομιλία, ιδίως σε πολιτικές συζητήσεις.
Το αντίπαλο στρατόπεδο οργάνωσε μια διαμαρτυρία κατά του νέου νόμου.
Members of the opposition camp are planning to present their own proposals.
Τα μέλη του αντίπαλου στρατοπέδου σχεδιάζουν να παρουσιάσουν τις δικές τους προτάσεις.
The opposition camp has gained significant support in the recent elections.
Η φράση "opposition camp" μπορεί να συνδυαστεί με άλλες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με πολιτικές αντιπαραθέσεις:
Παγιδευμένος μεταξύ του αντίπαλου στρατοπέδου και της κυβέρνησης.
The opposition camp has rallied around a common cause.
Το αντίπαλο στρατόπεδο έχει συσπειρωθεί γύρω από μια κοινή αιτία.
Members from the opposition camp are criticizing the current administration.
Τα μέλη του αντίπαλου στρατοπέδου επικρίνουν τη σημερινή διοίκηση.
There is a fierce debate between the ruling party and the opposition camp.
Υπάρχει έντονη διαμάχη μεταξύ του κυβερνώντος κόμματος και του αντίπαλου στρατοπέδου.
The opposition camp is gaining momentum as more people join their ranks.
Η λέξη "opposition" προέρχεται από το Λατινικό "oppositio", που σημαίνει "αντίθεση". Η λέξη "camp" προέρχεται από το Λατινικό "campus", που σημαίνει "πεδίο" ή "χώρος". Συνδυαζόμενες, οι λέξεις αναφέρονται σε ένα χώρο όπου συγκεντρώνονται εκείνοι που είναι αντίθετοι σε κάτι.
Συνώνυμα: - αντιπολίτευση - εναντίωση - αντίθεση
Αντώνυμα: - υποστήριξη - συμφωνία - συνεργασία