Ένας "ordered ring" ή "διατεταγμένος δακτύλιος" είναι μια μαθηματική δομή που συνδυάζει τα χαρακτηριστικά ενός δακτυλίου (ring) και μιας συνολικά διατεταγμένης ομάδας (ordered group). Δηλαδή, είναι ένα σύνολο με δύο λειτουργίες (πρόσθεση και πολλαπλασιασμός) που πληροί ορισμένες ιδιότητες, όπως η συμμετρία και η αντιστροφή.
Ένας διατεταγμένος δακτύλιος είναι μια μαθηματική δομή που συνδυάζει τις ιδιότητες των δακτυλίων και των διατεταγμένων συνόλων.
In the context of algebra, an ordered ring can help in establishing inequalities.
Στο πλαίσιο της άλγεβρας, ένας διατεταγμένος δακτύλιος μπορεί να βοηθήσει στην καθορισμό ανισοτήτων.
Many of the number systems studied in abstract algebra can be viewed as ordered rings.
Ο όρος "ordered ring" δεν χρησιμοποιείται ως μέρος σημαντικών ιδιωματικών εκφράσεων στην καθημερινή γλώσσα. Ωστόσο, μπορεί να εμφανίσει περισσότερη παρουσία σε μαθηματικά και αλγεβρικές αναλύσεις.
Οι ιδιότητες ενός διατεταγμένου δακτυλίου επιτρέπουν τη σύγκριση στοιχείων με τη χρήση ανισότητας.
Researchers in algebra often work with ordered rings to develop theorems that require a total order.
Οι ερευνητές στην άλγεβρα συχνά εργάζονται με διατεταγμένους δακτυλίους για να αναπτύξουν θεωρήματα που απαιτούν μια ολοκληρωμένη διάταξη.
Establishing a new ordered ring can lead to exciting developments in number theory.
Η λέξη "ordered" προέρχεται από το λατινικό "ordinare," που σημαίνει "τακτοποιώ" και η λέξη "ring" προέρχεται από την παλαιά αγγλική "hring," που σημαίνει "δαχτυλίδι."