Η φράση "out of season" χρησιμοποιείται συνήθως ως επίρρημα ή προθετική φράση.
/ˈaʊt əv ˈsiːzən/
Η φράση "out of season" αναφέρεται σε κάτι που δεν είναι διαθέσιμο ή δεν είναι κατάλληλο για χρήση κατά τη διάρκεια της κατάλληλης περιόδου του χρόνου. Χρησιμοποιείται συχνά σε περιπτώσεις που αφορούν προϊόντα, όπως φρούτα και λαχανικά, ή δραστηριότητες, όπως διακοπές ή τουρισμός.
Η φράση αυτή χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να είναι πιο συχνή στο γραπτό πλαίσιο, ιδίως σε επαγγελματικά ή εμπορικά κείμενα.
The strawberries are out of season now, so we have to wait until spring.
Οι φράουλες είναι εκτός εποχής τώρα, οπότε πρέπει να περιμένουμε μέχρι την άνοιξη.
Prices for hotel bookings can be much lower if you travel out of season.
Οι τιμές για κρατήσεις ξενοδοχείων μπορεί να είναι πολύ χαμηλότερες αν ταξιδέψετε εκτός σεζόν.
You won’t find fresh produce like tomatoes out of season.
Δεν θα βρείτε φρέσκα προϊόντα όπως ντομάτες εκτός εποχής.
Η φράση "out of season" μπορεί να χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις ή περιπτώσεις.
The beach was almost deserted since it was out of season.
Η παραλία ήταν σχεδόν έρημη καθώς ήταν εκτός εποχής.
We decided to visit the amusement park out of season to avoid the crowds.
Αποφασίσαμε να επισκεφτούμε το πάρκο ψυχαγωγίας εκτός εποχής για να αποφύγουμε τα πλήθη.
If you want to enjoy hiking trails, it's best to go out of season when there are fewer tourists.
Αν θέλετε να απολαύσετε τα μονοπάτια πεζοπορίας, είναι καλύτερο να πάτε εκτός εποχής όταν υπάρχουν λιγότεροι τουρίστες.
Fishing is only allowed during certain months, so it can be out of season for some fish.
Η αλιεία επιτρέπεται μόνο κατά τους συγκεκριμένους μήνες, οπότε μπορεί να είναι εκτός εποχής για κάποια ψάρια.
You can't expect to find winter clothes in stores when it's out of season.
Δεν μπορείς να περιμένεις να βρεις χειμερινά ρούχα στα καταστήματα όταν είναι εκτός εποχής.
Many resorts offer discounts if you book out of season.
Πολλά θέρετρα προσφέρουν εκπτώσεις αν κάνετε κράτηση εκτός σεζόν.
The festival was canceled because it was out of season for the type of activities planned.
Το φεστιβάλ ακυρώθηκε γιατί ήταν εκτός εποχής για τον τύπο δραστηριοτήτων που είχαν προγραμματιστεί.
Η φράση "out of season" προέρχεται από τη συνδυασμένη χρήση της λέξης "out" (εκτός) και "season" (εποχή) με την έννοια ότι κάτι που ανήκει σε μια ειδική χρονική περίοδο δεν είναι πλέον διαθέσιμο ή δεν είναι κατάλληλο κατά τη διάρκεια μιας άλλης περιόδου.