Ο όρος "output pressure" είναι ένα ουσιαστικό.
/fəˈprɛʃər/
Η φράση "output pressure" αναφέρεται στην πίεση που παράγεται ή εξάγεται από μια συσκευή ή ένα σύστημα, όπως μια αντλία ή ένας συμπιεστής. Χρησιμοποιείται συχνά σε μηχανικές και μηχανολογικές εφαρμογές. Ο τύπος και η συχνότητα χρήσης του μπορεί να διαφέρει ανάλογα με το πλαίσιο – μπορεί να χρησιμοποιείται πιο συχνά σε τεχνικά κείμενα (γραπτός λόγος) παρά σε καθημερινές συνομιλίες (προφορικός λόγος).
Η πίεση εξόδου της αντλίας πρέπει να ρυθμιστεί για βέλτιστη απόδοση.
Engineers often monitor the output pressure to ensure system safety.
Οι μηχανικοί συχνά παρακολουθούν την πίεση εξόδου για να εξασφαλίσουν την ασφάλεια του συστήματος.
A drop in output pressure can indicate a blockage in the system.
Η φράση "output pressure" δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά η έννοια της πίεσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες παραλλαγές:
Η πίεση εξόδου της κατάστασης ήταν πολύ υψηλή.
"Don't let the output pressure drop during the process."
Μην αφήσεις την πίεση εξόδου να πέσει κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.
"We need to maintain consistent output pressure for our equipment."
Χρειαζόμαστε να διατηρήσουμε σταθερή πίεση εξόδου για τον εξοπλισμό μας.
"The team faced a lot of output pressure to meet the deadline."
Η λέξη "output" προέρχεται από το προθετικό "out" και το ρήμα "put", που σημαίνει "να βάλουμε έξω". Η λέξη "pressure" προέρχεται από το λατινικό "pressura", που σημαίνει "πίεση" ή "σφίξιμο".
Συνώνυμα:
- πίεση εξόδου
- πίεση απόδοσης
Αντώνυμα:
- πίεση εισόδου
- πίεση κατάθλιψης