Ρήμα (Έναυσμα/Ειδικό όρο)
/ˌoʊvərˈhʌntɪŋ/
Η λέξη "overhunting" αναφέρεται στην πρακτική του κυνηγιού ζώων σε ποσότητες που υπερβαίνουν την ικανότητα των πληθυσμών να αναπαραχθούν, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει μείωση ή εξαφάνιση των ειδών. Χρησιμοποιείται συχνά στη συζήτηση σχετικά με την προστασία της περιβαλλοντικής ποικιλότητας και τη βιωσιμότητα των οικοσυστημάτων.
Η λέξη χρησιμοποιείται συνήθως σε επιστημονικά ή περιβαλλοντικά κείμενα, αλλά μπορεί να εμφανίζεται και σε γενικές συζητήσεις σχετικά με τη φυσική διατήρηση. Ο όρος δεν περιορίζεται μόνο σε γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε προφορικές συζητήσεις.
"Η υπερκυνηγία έχει οδηγήσει στην εξαφάνιση αρκετών ειδών."
"Conservationists are working to prevent overhunting of endangered animals."
"Οι συντηρητές προσπαθούν να αποτρέψουν την υπερκυνηγία των απειλούμενων ζώων."
"The government implemented new laws to control overhunting in national parks."
Η λέξη "overhunting" υιοθετείται σπάνια σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορούμε να αναφέρουμε εκφράσεις που αφορούν τον αντίκτυπο της υπερβολικής κυνηγίας ή της ανθρώπινης παρέμβασης στη φύση.
"Οι συνέπειες της υπερκυνηγίας μπορεί να είναι δραματικές για το οικοσύστημα."
"Overhunting puts pressure on animal populations, leading to ecological imbalance."
"Η υπερκυνηγία ασκεί πίεση στους πληθυσμούς των ζώων, οδηγώντας σε οικολογική ανισορροπία."
"Awareness campaigns are essential to educate people about the dangers of overhunting."
Η λέξη "overhunting" προκύπτει από την αγγλική πρόθεση "over-" που σημαίνει "πάνω από" ή "υπερβολικά" και το "hunting", το οποίο προέρχεται από τη μέση αγγλική του "hunten" που σημαίνει "κυνηγάω".
Συνώνυμα - Overexploitation (υπερεκμετάλλευση) - Excessive hunting (υπερβολικό κυνήγι)
Αντώνυμα - Conservation (διατήρηση) - Protection (προστασία)